Η “Σκιά του Ειδώλου” στο Ι. Κακογιάννη: Λάμψη χωρίς σκιές…

Ακολουθώντας τα χνάρια του Νικόλαου Δραγούμη, του Έλληνα Βαν Γκογκ, ο Γρηγόρης Χαλιακόπουλος αποτύπωσε περίτεχνα στη “Σκιά του Ειδώλου” τη ζωή του ιδιαίτερου ζωγράφου. Όντας πρωτότοκος γιος του πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη, έζησε με το βάρος της ψυχασθένειας, σ’ ένα αυστηρό περιβάλλον, διασώζοντας ότι πολύτιμο είχε. Το πάθος του για τη ζωγραφική που χωρίς αυτό δεν έβρισκε νόημα στη ζωή του.
Βιώνοντας από τη μια την οικογενειακή απόρριψη και από την άλλη την ευαίσθητη φύση του καλλιτέχνη, έψαξε σε όλη του τη ζωή την ισορροπία που δεν έβρισκε παρά μόνο όταν κρατούσε στα χέρια του τα πινέλα και τους χρωστήρες. Οι γονείς του που τον προόριζαν για διπλωμάτη ήθελαν να ακολουθήσει τη νομικό οδό. Του φαινόταν όμως, αδύνατο, καθώς ήταν μποέμ και ανατρεπτικός, να συμβιβαστεί, όσο και αν προσπαθούσε, με την ιδέα ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψει τη ζωγραφική.
Η ταραγμένη του ψυχοσύνθεση δεν άντεξε και κάθε προσπάθεια “εκλογίκευσης” απλώς επέσπευδε τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρεία της χώρας μας και του εξωτερικού. Τελικά έκλεισε τον κύκλο της ζωής του στο Δρομοκαΐτειο. Ταλαιπωρημένος, εξουθενωμένος, αλλά γαλήνιος αφού βρήκε την καλλιτεχνική του Ιθάκη. Η εποχή δεν βοηθούσε. Ούτε και ο περίγυρός του. Έχοντας ως οδηγό το άσβεστο πάθος του και το ένστικτο του ιδιοφυούς εικαστικού χάραξε νέους δρόμους στην τεχνοτροπία, διαφοροποιώντας την αντίληψη που υπήρχε για τις έως τότε καλλιτεχνικές φόρμες και αδιαφορώντας για νόρμες και καθεστηκυίες αντιλήψεις.
Στην παράσταση “Η Σκιά του Ειδώλου” ο Βασίλης Παπαδημητρίου με τη σημαντική καθοδήγηση της Μαρίκας Θωμαδάκη που υπογράφει τη σκηνοθεσία, αφουγκράζεται το στοχασμό και τα όνειρα του ταλαντούχου ζωγράφου. Το έργο του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου δίνει κάθε δυνατότητα προς την κατεύθυνση αυτή, καθώς όλη η παράσταση είναι μια προετοιμασία για την πρεμιέρα του έργου που αφορά στη ζωή του Νικόλαου Δραγούμη.
Ο Χαλιακόπουλος ιχνηλατώντας για πολλά χρόνια την κληρονομιά του ζωγράφου στο Δρομοκαΐτειο και αλλού βρήκε το νήμα της έμπνευσής του και ακολούθησε τις καθημερινές προσδοκίες και την αγωνία έκφρασης του Δραγούμη. Εντοπίζοντας τον καλλιτεχνικό θησαυρό του χαρτογράφησε με λεπτομέρεια τις διαδρομές της ψυχής του αποτυπώνοντας σε κάθε φράση του έργου την ανάσα του καλλιτέχνη. Η πορεία του, που όπως αποδείχτηκε ήταν επίπονη, επίμονη, αλλά και μοναδική, ξεδιπλώνεται αρμονικά σε κάθε σκηνή της παράστασης αποδεικνύοντας πως το ταξίδι προς την τελειότητα έχει κόστος, πόνο, μοναξιά και θλίψη. Αλλά και σπάνιες στιγμές χαράς και έμπνευσης. Η σκηνογραφική επιμέλεια της Ανδρομάχης Μοντζολή, η μουσική του Φίλιππου Περιστέρη και οι φωτισμοί του Μιχάλη Μπούρη έδωσαν την ατμόσφαιρα της εποχής, τονίζοντας κάθε γωνιά του έργου. Άλλωστε η κοινή καλλιτεχνική πλεύση όλων των συντελεστών είναι εκείνη που καθιστά ανθεκτική την παράσταση στο ταξίδι της σε τόσα αθηναϊκά θέατρα και την παρουσιάζει ανανεωμένη σε κάθε νέα θεατρική στέγη.
Από τον Άρη Βασιλειάδη, δημοσιογράφο πολιτιστικού ρεπορτάζ
ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ