ΑΡΧΙΚΗ UNCATEGORIZED

Όρνιθες του Αριστοφάνη στο Ηρώδειο από το ΔΗΠΕΘΕ Kρήτης. Γράφει η Μαρίκα Θωμαδάκη

 

AD: mytest

Σημερινός όσο σχεδόν ποτέ άλλοτε, ο Αριστοφάνης προτείνει στον σύμπαντα κόσμο των ενεργών πολιτών μία διαχρονική αλήθεια όπως την αποτυπώνει στην κοινωνία της Νεφελοκοκκυγίας. Μία νέα πολιτεία γεννιέται, μία πολιτεία φτερωτών οντοτήτων δηλαδή ελεύθερων ανθρώπων. Η αξία της ελευθερίας εμφανίζεται στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη ως επίκεντρο αίτημα των απανταχού ελευθεροφρόνων πολιτών. Ο Πεισθέταιρος, μαζί με τον σύντροφο στην ιερή του τρέλλα, τον εξίσου τολμηρό Ευελπίδη, αποφασίζουν να σβήσουν από το χάρτη της Γης την διαφθορά, την εύκολη απόκτηση αγαθών, την ρεμούλα και τα κόλπα, την λαμογιά και την απάτη. Στην Πολιτεία των Πουλιών, ο καθένας θα αναπνέει τον αέρα της προσωπικής αλλά και της συλλογικής ευμάρειας. Τίποτα δεν θα θυμίζει στο εξής την καταπάτηση του δίκαιου λόγου της υπάρξεως, ούτε την ηθική ερήμωση της επιθυμίας για ανώτερη ζωή, ούτε την καταπίεση των αδυνάτων από τους φερόμενους ως ισχυρούς. Ουτοπία; Η ελεύθερη σκέψη την οραματίζεται, η ονειροπόληση την αναζητεί.

Ο Γιάννης Κακλέας στην παράσταση των «Ορνίθων» αποδίδει το κείμενο του Αριστοφάνη διοχετεύοντας στην σκηνοθεσία του όλη την κωμική τραγικότητα της συλλήψεως ενός κόσμου ενδιάμεσου, ανάμεσα στον ουρανό της a priori ανέφικτης επικοινωνίας με την θεότητα και στην Γη της αδήριτα πεζής νομοτέλειας που ορίζει την συνύπαρξη ανθρώπου με άνθρωπο.

Η εξέχουσα ορμητικότητα του Γιάννη Κακλέα στην διάθεσή του να φέρει στο προσκήνιο όλες τις παραμέτρους της ονειροφαντασίας ωθεί την παράσταση σε μια πραγματική κοσμογονία του ονείρου, όπου τα πράγματα υπερβαίνουν την ανάγκη και καταστρατηγούν την μετριότητα. Οπωσδήποτε, κάποιος θα αναρωτηθεί γιατί ο σκηνοθέτης φορτώνει υπερβολικά τις πηγές πληροφορίας του έργου και γιατί οι φιγούρες παραπέμπουν ενίοτε σε γνωστά εφφέ της επιστημονικής φαντασίας και των διαστημικών μεταφορών, όπως τις διατυπώνει η κινηματογραφία.

Ο αντίλογος είναι δυνητικά γόνιμος και αποκαλυπτικός: ο ταλαντούχος σκηνοθέτης μας, ανασύρει από περασμένες εποχές τα δικά του φαντάσματα, τους «κύκλωπες που κατοικούν μεσ’ την ψυχή» του. Σκηνοθετική αδεία, ο κύριος Κακλέας, επικουρούμενος από την ευρηματικότητα του Μανόλη Παντελιδάκη στα σκηνικά, ξαναγυρίζει στα προσφιλή δημιουργήματά του, εκείνα που μας έκαναν να τον ξεχωρίσουμε, να τον αγαπήσουμε, τις γνώριμες αλλαλάζουσες σιλουέτες που τον καταξίωσαν στην Ιστορία της ελληνικής σκηνοθεσίας.

Εξ άλλου, η γλωσσολογική εικονοποίηση προσώπων και καταστάσεων της παράστασης, αν και ξενίζουν κάποτε, υπογραμμίζουν εντούτοις τα σημεία της απροκάλυπτης σάτυρας και του γέλιου, που ψάχνει να λυτρωθεί μέσα στο κλάμμα. Όλα ανάποδα όπως αυτός ο παράλογος κόσμος των επιτηδείων που εισβάλλουν στην ζωή μας: αρχιτέκτονες, μεγάλοι υμνωδοί, εκπρόσωποι ιερατείων, τρόικες, στελέχη επιχειρήσεων με samsonite και laptop.

Στο πρώτο μέρος της παράστασης, ο θεατής περιμένει τον ειρμό και ο κύριος Κακλέας του προσφέρει μία χειραψία με τον Ανερμάτιστο. Στο δεύτερο μέρος, αρχίζει η παρέλαση, σαν τα νούμερα στην επιθεώρηση. Είναι η κορυφαία στιγμή της αηδίας του Πεισθέταιρου, τον οποίο ερμηνεύει εξαιρετικά ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος. Οι δύο όψεις του ήρωα εκτίθενται αριστοτεχνικά από τον κύριο Χαραλαμπόπουλο στους θεατές: ο μικρούτσικος άνθρωπος, πιο αγανακτισμένος από τους αγανακτισμένους και ο ποιητής, ο σοφός που συλλαμβάνει την Ιδέα της Ουτοπίας.

Αντάξιος φίλος του, ως Ευελπίδης, ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος πραγματώνει το δίπολο μιας κοινής επιθυμίας για κάτι καλύτερο στο συλλογικό πεδίο του πολιτικού Είναι. Ως Ιερέας, αλλά και αλλού, ο Σωκράτης Πατσίκας ξεχωρίζει με χαρακτηριστικούς χειρισμούς του βλέμματος, που αποτελεί, πιστεύω, το ατού αυτού του πολύ χαρισματικού ηθοποιού.

Στον ρόλο του Έποπα, ο Κώστας Μπερικόπουλος εκτελεί με ακρίβεια τις απαιτήσεις ενός δύσκολου ρόλου, ο οποίος θα έπρεπε ίσως να δουλευτεί περισσότερο για να αποδώσει τον απόηχο από μια εντελώς ιδιαίτερη μεταμόρφωση, σύμφωνα με τον μύθο. Ως Ίρις, η Αγορίτσα Οικονόμου κινείται με άνεση και τόσο όσο χρειάζεται το υπέρμετρο που διεκπεραιώνει.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου συνθέτει έναν Προμηθέα σε διαστάσεις παρωδίας μεταφέροντας ευεργετικά το εκεί και τότε στο εδώ και τώρα. Εξάλλου, ο Προκόπης Αγαθοκλέους, τόσο ως Τροχίλος όσο και ως Τριβαλλός, κατορθώνει να αποδώσει τις λεπτές αποχρώσεις που ισορροπούν ανάμεσα στο κωμικό και στο παράλογο. Ομοίως, η Σοφία Μιχαήλ (Αηδόνα), οΒαγγέλης Χατζηνικολάου και η Μάρα Βλαχάκη (Άνθρωπος-Πουλί) συμβάλλουν μαζί με τον υπόλοιπο θίασο στην δημιουργία ενός σκηνικού κατακλυσμού ακολουθούμενου από καταιγισμό ερωτηματικών.

Ο σκηνικός πανζουρλισμός επικρατεί στην παράσταση συνολικά, συμπαρασύροντας ό, τι βρίσκεται όρθιο. Άνθρωποι, πουλιά, βουλευτές, πολιτευτές, ηθοποιοί, χορευτές δημιουργούν έναν απογειωτικό ανεμοστρόβιλο χρωμάτων, κινήσεων και ήχων, που ενισχύονται από τα κοστούμια των Βάλιας Μαργαρίτη, Μανόλη Παντελιδάκη, από τις χορογραφίες τουΚυριάκου Κοσμίδη, από τους φωτισμούς του Γιώργου Τέλλου, αλλά και από το εξαίσιο τραγούδι-ανάπαυλα του Σταύρου Σιόλα, τραγουδιστή της παράστασης. Ίσως τελικά, να μην ταιριάζει η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι εδώ. Μπορούσε να απουσιάζει. Νοσταλγία; Ίσως.

 

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Όρνιθες» του Αριστοφάνη

Από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης

Σκηνοθεσία – απόδοση κειμένου: Γιάννης Κακλέας

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης

Κοστούμια: Βάλια Μαργαρίτη, Μανόλης Παντελιδάκης

Χορογραφίες: Κυριάκος Κοσμίδης

Φωτισμοί: Γιώργος Τέλλος

Μουσική επιμέλεια / διδασκαλία: Αλέξιος Πρίφτης

Διανομή: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Κώστας Μπερικόπουλος, Γιώργος Χρυσοστόμου, Βαγγέλης Χατζηνικολάου, Σωκράτης Πατσίκας, Αγορίτσα Οικονόμου, Σταύρος Σιόλας, Μάρα Βλαχάκη, Προκόπης Αγαθοκλέους

Χορεύουν: Ivan Svitailo, Σοφία Μιχαήλ, Alain Rivero

 

*Η Μαρίκα Θωμαδάκη είναι καθηγήτρια Σημειολογίας του Θεάτρου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών