Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει: Έμμα Στόουν και Γιώργος Λάνθιμος ξανά μαζί σε ταινία!

Άχαστο δίδυμο
Αναμφισβήτητα η Έμμα Στόουν είναι η μούσα του αγαπημένου και ταλαντούχου σκηνοθέτη Γιώργου Λάνθιμου. Πρόσφατα αυτή η συνεργασία χάρισε στη πρώτη το δεύτερο Όσκαρ Α′ Γυναικείου Ρόλου σε ηλικία μόλις 35 ετών.
Η ομάδα είναι…τούρμπο και ετοιμάζονται να συνεργαστούν για πέμπτη φορά!
Σύμφωνα με πηγές από το Variety, η νέα τους ταινία ονομάζεται “Kinds of Kindness” και προβλέπεται να προβληθεί στους κινηματογράφους το καλοκάιρι, στις 21 Ιουνίου.
Αν και το σενάριο προς το παρόν δεν έχει αποκαλυψθεί, γνωρίζουμε ότι το “Kinds of Kindness” είναι μια σπονδυλωτή ταινία που ενώνει ξανά την Στόουν με τους συμπρωταγωνιστές της στο “Poor Things“, Γουίλεμ Νταφόε και Μάργκαρετ Κουάλεϊ καθώς και με τον ηθοποιό Τζο ‘Αλγουιν από την “Ευνοούμενη”. Reunion δηλαδή.
Διαβάστε περισσότερα: Στη νέα ταινία του Άρι Άστερ “Eddington” η μούσα του Λάνθιμου, Έμμα Στόουν
Το καστ εμπλουτίζουν μεταξύ άλλων οι Τζέσι Πλέμονς, Χονγκ Τσάου και Χάντερ Σάφερ.
Το σενάριο της ταινίας που είχε αρχικό τίτλο “And” και γυρίστηκε στα τέλη του 2022 στη Νέα Ορλεάνη, υπογράφουν ο Έλληνας δημιουργός και ο Ευθύμης Φιλίππου, με τον οποίο συνεργάστηκε στις ταινίες “Αστακός”, “Ο Θάνατος του Ιερού Ελαφιού”, “‘Αλπεις” και “Κυνόδοντας”.
Δεν είναι μόνο ο Γιώργος Λάνθιμος: 6 φορές που Έλληνες διέπρεψαν στα Όσκαρ
Στιγμές υπερηφάνειας μας έχει χαρίσει τα τελευταία χρόνια ο Γιώργος Λάνθιμος, ο οποίος κατάφερε μέσα από την πολυετή του δουλειά να κάνει την παγκόσμια βιομηχανία κινηματογράφου να υποκλιθεί στο ταλέντο του Έλληνα δημιουργού.
Με πιο πρόσφατο δημιούργημά του την ταινία «Poor Things» που απέσπασε αμφίσημες κριτικές, ο Έλληνας σκηνοθέτης κατάφερε για μια ακόμη χρονιά να συζητηθεί και να συμπεριλάβει το όνομά του στα Βραβεία Όσκαρ.
Πιο συγκεκριμένα, η ταινία «Poor Things» του σκηνοθέτη Γιώργου Λάνθιμου κέρδισε 4 βραβεία Όσκαρ:
Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου στην Έμα Στόουν για την ερμηνία της στο Poor Things.
Όσκαρ για τα Καλύτερα Κουστούμια.
Όσκαρ για την Καλύτερη Σκηνογραφία.
Όσκαρ για το Καλύτερο Make Up/Μαλλιά
Και για μια ακόμη χρονιά η Ελλάδα και όλος ο κόσμος μιλούν για τον πολυτάλαντο Έλληνα δημιουργό που διέπρεψε ανάμεσα σε «μεγαθήρια» του παγκόσμιου κινηματογράφου.
6 Έλληνες που διέπρεψαν στα Όσκαρ και και κέρδισαν το χρυσό αγαλματίδιο
Στα 88 χρόνια του θεσμού, μόνο πέντε έλληνες δημιουργοί έχουν κρατήσει το επίχρυσο αγαλματάκι:
Η ηθοποιός Κατίνα Παξινού(1944), ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις (1961), ο σκηνογράφος Βασίλης Φωτόπουλος (1965), ο συνθέτης Βαγγέλης Παπαθανασίου (1982) και ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς (1983).
Το Όσκαρ της Κατίνας Παξινού
Στις 2 Απριλίου 1944, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και με την Ελλάδα να βιώνει τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής, η μεγάλη ελληνίδα ηθοποιός Κατίνα Παξινού βραβεύτηκε με το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία του Σαμ Γουντ «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα», κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Έρνεστ Χεμινγουέι, που αναφέρεται στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο του 1936. Η τελετή έγινε στο «Κινέζικο Θέατρο» του Λος Άντζελες.
Η Παξινού δεν έγινε μόνο η πρώτη Ελληνίδα που κράτησε στα χέρια της το Όσκαρ. Έγινε και η πρώτη μη Αμερικανίδα που τιμήθηκε με το βραβείο της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Η γεμάτη πάθος και ταμπεραμέντο ερμηνεία της Πιλάρ, ενσαρκώθηκε ιδανικά από τη μεγάλη ελληνίδα ηθοποιό. Κρατώντας στα χέρια της το Όσκαρ, υπέρκομψη στη μαύρη τουαλέτα της, η Κατίνα Παξινού, με την υποβλητική φωνή της είπε δυo λόγια «από καρδιάς», αποδεχόμενη την βράβευσή της: «Επιτρέψτε μου να μοιραστώ τη μεγάλη τιμή που απονέμεται απόψε σε μένα με τους συναδέλφους μου του Εθνικού Θεάτρου της Ελλάδος, είτε έφυγαν είτε βρίσκονται στη ζωή, μια που η μοίρα με όρισε να τους αντιπροσωπεύω εδώ.
Είμαι βαθιά συγκινημένη και θέλω να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου την εταιρία Παραμάουντ που μου πρόσφερε το ρόλο της Πιλάρ, τον κ. Μπάντι ντε Σίλβα, τον σκηνοθέτη μου Σαμ Γουντ και όλους όσοι είναι υπεύθυνοι γι’ αυτήν την ευτυχισμένη στιγμή. Θέλω, επίσης, να ευχαριστήσω τους ψηφοφόρους και την Επιτροπή Βραβείων της Ακαδημίας που μου έδωσαν εκτός από την τιμή, την ευκαιρία να στείλω από τα τηλεπικοινωνιακά μέσα, τη βαθιά μου αγάπη και το θαυμασμό στους ηρωικούς στρατιώτες του μεγάλου σας έθνους, τους νέους της Αμερικής που πολεμούν με τους συμμάχους τους, σε όλο τον κόσμο για την Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
Το Όσκαρ του Μάνου Χατζιδάκι
Στις 17 Απριλίου 1961, απονεμήθηκε στον Μάνο Χατζιδάκι το Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού για τα «Παιδιά του Πειραιά» από την ταινία του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή». Ο σπουδαίος έλληνας συνθέτης δεν αντιμετώπισε ποτέ το Όσκαρ ως ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του: «Μπορεί ένα απλό τραγούδι να μου έφερε το Όσκαρ. Οι φιλοδοξίες μου όμως και οι υποχρεώσεις μου δεν σταματούν σε αυτό…» έλεγε. «Για μένα δεν αποτελεί το στεφάνωμα μιας σταδιοδρομίας αλλά το αληθινό μου ξεκίνημα.
Η υποψηφιότητα της Μελίνας Μερκούρη
Η Μελίνα Μερκούρη ήταν υποψήφια για τον Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, αλλά έχασε από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, πρωταγωνίστρια της ταινίας «Butterfield 8» («Ζήσαμε στην αμαρτία», ο ελληνικός τίτλος). Η ταινία του Ντασέν είχε άλλες δύο υποψηφιότητες: του Ζιλ Ντασέν (σενάριο και σκηνοθεσία) και της Ντένης Βαχλιώτη (κουστουμιών ασπρόμαυρης ταινίας).
Οι υποψηφιότητες του Μιχάλη Κακογιάννη και το Όσκαρ του Βασίλη Φωτόπουλου
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 5 Απριλίου 1964, ο Μιχάλης Κακογιάννης θριαμβεύει με τον «Αλέξη Ζορμπά». Ο ίδιος δεν βραβεύτηκε (ήταν υποψήφιος για τρία Όσκαρ: καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου), αλλά η ταινία του κερδίζει τρία Όσκαρ: Β’ Γυναικείου Ρόλου στη Λίλα Κέντροβα (υποδυόταν τη Μαντάμ Ορτάνς), φωτογραφίας στον Γουόλτερ Λασάλι και καλλιτεχνικής διεύθυνσης – σκηνικών για ασπρόμαυρη ταινία στον Βασίλη Φωτόπουλο. Από τους πιο ταλαντούχους δημιουργούς, ο Βασίλης Φωτόπουλος (1934-2007) ήταν ουσιαστικά κάτοχος κι ενός ακόμη Όσκαρ, για το οποίο όμως ουδέποτε υπήρξε υποψήφιος! Ο έλληνας σκηνογράφος – ζωγράφος είχε υπογράψει και τα 75 σκηνικά της ταινίας του Ελία Καζάν «Αμέρικα, Αμέρικα» (1962). Ο σκηνοθέτης, όμως, αφαίρεσε από τους τίτλους της ταινίας το όνομα του Φωτόπουλου, αφήνοντας μόνο του Αμερικανού Τζιν Κάλαχαν, που είχε την επιμέλεια των σκηνικών αντικειμένων. Το ακλόνητο επιχείρημα του Καζάν ήταν: «Μα ποιος θα πίστευε ότι αυτά τα σκηνικά έγιναν από ένα Ελληνόπουλο;».
Ο Μιχάλης Κακογιάννης έφτασε δύο ακόμη φορές ως την τελετή απονομής, με την «Ηλέκτρα» (1962) και την «Ιφιγένεια» (1977), υποψήφιες για το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας.
Από τους εγχώριους σκηνοθέτες, ο Βασίλης Γεωργιάδης είχε διεκδικήσει δύο φορές το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, με τα «Κόκκινα φανάρια» το 1963 (αλλά βρήκε απέναντί του το «8½» του Φεντερίκο Φελίνι) και με το «Χώμα βάφτηκε κόκκινο» το 1965. Το 2017, η Δάφνη Ματζιαράκη διεκδίκησε το Όσκαρ στην κατηγορία ντοκιμαντέρ μικρού μήκους για την ταινία της «4.1 Miles».
Το Όσκαρ του Βαγγέλη Παπαθανασίου
Στις 29 Μαρτίου 1982 ο συνθέτης Βαγγέλης Παπαθανασίου, με διεθνή καριέρα ως Vangelis, κερδίζει Όσκαρ για τη μουσική της ταινίας του Χιου Χάντσον «Οι Δρόμοι της Φωτιάς». Είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία δύο βρετανών ερασιτεχνών δρομέων, που έχουν βάλει στόχο να κερδίσουν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924. Η μουσική του Βολιώτη συνθέτη έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιτυχία της ταινίας.
Παρόλο που η ταινία αναφέρεται στη δεκαετία του ‘20, ο Vangelis χρησιμοποίησε ηλεκτρονικούς ήχους της δεκαετίας του ‘80, με ευρεία χρήση συνθετητών (συνθεσάιζερ) και πιάνου. Ήταν ένα τόλμημα που απέδωσε, καθώς στις ταινίες εποχής συνηθιζόταν να γράφεται συμφωνική μουσική. Ιδιαίτερα η μουσική των τίτλων έναρξης θεωρείται από τις κορυφαίες και δημοφιλέστερες στιγμές στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής κι έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε ταινίες και τηλεοπτικά σόου.
Το Όσκαρ του Κώστα Γαβρά
Τον επόμενο χρόνο, στις 11 Απριλίου 1983, ο εγκατεστημένος στην Γαλλία έλληνας σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς τιμήθηκε με το Όσκαρ προσαρμοσμένου σεναρίου για την ταινία του «Ο Αγνοούμενος» («Missing», ο πρωτότυπος τίτλος), που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Τόμας Χάουζερ και αναφέρεται στην πραγματική ιστορία του αμερικανού δημοσιογράφου Τσάρλι Χόρμαν, που εξαφανίσθηκε στη Χιλή του δικτάτορα του Αουγκούστο Πινοτσέτ. Τη μουσική της ταινίας είχε γράψει ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, που ήταν υποψήφιος για Όσκαρ.
Το 1969, ο διεθνής Τύπος επιφύλαξε θερμή υποδοχή στο «Ζ» του Κώστα Γαβρά, τη χρονιά που η ταινία προβλήθηκε στις Κάννες. Το 1970 το «Ζ» ήταν υποψήφιο για πέντε Όσκαρ (Ο Γαβράς ήταν υποψήφιος για τη σκηνοθεσία και το σενάριο) και κέρδισε δύο: μοντάζ και καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας που απονεμήθηκε στους παραγωγούς Ζακ Περέν και Αχμέντ Ρασεντί.