ΑΡΧΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Τελικά είναι η πρόοδος μία λέξη που ηχεί πολύ φάλτσα;

Παρακολουθήσαμε αυτή την εξαιρετική παράσταση και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας!

«Ευτυχισμένη είναι η μάνα που ξέρει που είναι θαμμένο το παιδί της»

AD: mytest

Η χαροκαμένη μητέρα σκύβει το κεφάλι, ελπίζοντας να βρει τα λείψανα του παιδιού της. Γιατί μόνο έτσι θα ησυχάσει η ψυχή της.

H ομάδα The Young Quill παρουσιάζει μέχρι 27/10 στο θέατρο Μπέλλος μία εξαιρετική παράσταση, βασισμένη στο αριστούργημα του Ματέι Βίζνιεκ «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» το οποίο αγγίζει την ανθρώπινη ψυχή, μιλώντας για την φρίκη του πολέμου.

Το έργο

Ο ρουμανικής καταγωγής συγγραφέας αποδίδει μια απόλυτα ρεαλιστική ιστορία ενός οποιουδήποτε πολέμου του τώρα, του τότε ή του μετά μέσα από ένα υπερρεαλιστικό πλαίσιο που όλα μοιάζουν να είναι φάλτσα.

Στο έργο, ο Βίγκαν και η Γιάσμινσκα επαναπατρίζονται στο χωριό τους μετά τη λήξη του εμφυλίου αναζητώντας τη σορό του Βίμπκο, του χαμένου τους γιού που πολεμούσε. Η τοπική κοινωνία τους αντιμετωπίζει με καχυποψία αναζητώντας τρόπους να εκμεταλλευτεί οικονομικά το πένθος τους.

Οι άνθρωποι, ζωντανοί ή νεκροί, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μέσα εκμετάλλευσης για την παραγωγή κέρδους. Η μοναδική πηγή εσόδων του ζευγαριού είναι η κόρη τους, Ίντα, η οποία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου μπλέχτηκε σε κύκλωμα σωματεμπορίας και πλέον εκπορνεύεται στην κεντρική Ιταλία. Η Ίντα βιώνει μια παράλληλη ιστορία εξευτελισμού της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η σκηνοθεσία

Η σκηνοθεσία της Αικατερίνης Παπαγεωργίου είναι λιτή και καθαρή. Ο κορυφώσεις και οι αποκλιμακώσεις που ακολουθούν δημιουργούν ισορροπία και συνεχής ροή στο έργο, ενώ αξιοσημείωτη είναι η προσπάθεια να διατηρηθεί ένας καλός ρυθμός, ο οποίος θα κερδίσει το κοινό. Η σκηνοθέτις το κατάφερε και με το παραπάνω.

Ταυτόχρονα, η Αικατερίνη Παπαγεωργίου με σεβασμό και ειλικρίνεια στο έργο αποδεικνύει ότι η τέχνη μπορεί να γεφυρώσει τους κόσμους του ρεαλισμού και του φανταστικού. Αυτοί οι κόσμοι επικοινωνούν και συχνά συγκρούονται ο ένας με τον άλλον, με τρόπο που δείχνει το εύθραυστο της ανθρώπινης ψυχής και την ανάγκη να «κρυφτούμε» στο φανταστικό για να αντέξουμε τον πόνο.

Στο επίκεντρο παραμένει το ανθρώπινο στοιχείο που απειλείται σε συνθήκες πολέμου, φέρνοντας στο προσκήνιο τις βαθύτερες ανθρώπινες αξίες. Η άνεση στη χρήση του χώρου και του φωτισμού (τον οποίο επιμελήθηκε ο Κωστής Μουσικός), καθώς και η επιλογή καθημερινών αντικειμένων, προσδίδουν μια διάσταση οικειότητας και συναισθηματικής έντασης. Αυτή η προσέγγιση δεν αναδεικνύει μόνο το ατομικό βίωμα του θανάτου και της απώλειας, αλλά και την κοινή μας ανθρώπινη εμπειρία, κάνοντάς μας να αναλογιστούμε τη σημασία των σχέσεών μας.

Η σκηνογραφία και η ενδυματολογία

Η λιτή σκηνογραφία της Μυρτούς Σταμπούλου αποτυπώνει με μοναδικό τρόπο ένα τοπίο που μυρίζει θάνατο και τραγικότητα χρησιμοποιώντας λίγα αλλά καθοριστικά σκηνικά αντικείμενα. Με μια πιο ποιητική προσέγγιση, δημιουργεί εικόνες καταστροφής που αποτυπώνουν την καταστροφή που αφήνει πίσω του ο πολέμος.

Το σκοινί μπουγάδας γεμάτο ματωμένα πουκάμισα στρατιωτών και η γραμμή του συνόρου που έχει δημιουργηθεί από ανθρώπινα απομεινάρια συνθέτουν αυτή την ανάλγητη πραγματικότητα.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνουμε στις εξαιρετικές ενδυματολογικές επιλογές της Ειρήνης Γεωργακίλα, οι οποίες ενισχύουν την ατμόσφαιρα και συμβάλλουν στην δημιουργία ενός ισχυρού θεατρικού βιώματος.

Από τις πιο δυνατές σκηνές του έργου είναι η επιστροφή των προσφύγων, μία σκηνή με έντονο συμβολισμό και συνασθηματισμό.

Επιπλέον, η παραστάση οφείλει ένα σημαντικό μέρος της επιτυχίας τη στην πρωτότυπη μουσική της Μαρίνας Χρονοπούλου, η οποία συγκινεί και τονίζει την έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα.

Όλο αυτό το εγχείρημα δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί, χωρίς την πολύτιμη συνδρομή της Έρσης Βασιλικιώτη, η οποία ανέλαβε την μετάφραση του κειμένου και πέτυχει να διατηρήσει τον πυρήνα του, καθιστώντας το κατανοητό στο κοινό.

Οι ερμηνείες

Οι πέντε ηθοποιοί εντυπωσιάζουν με τη συνεκτικότητα και την αφοσίωσή τους.

Η Μαίρη Χήναρη, στον ρόλο της χαροκαμένης μητέρας, αποδίδει μια συγκινητική ερμηνεία που αναδεικνύει τον πόνο της απώλειας με αφοπλιστική ειλικρίνεια. Ξεχωρίζουμε τη στιγμή που προφέρει τη φράση «ευτυχισμένη είναι η μάνα που ξέρει που είναι θαμμένο το παιδί της», το οποίο λέγεται με τέτοια συναισθηματική φόρτιση, που μας κάνει να νιώθουμε τη βαθιά ριζωμένη στη ψυχή της θλίψη. Διαθέτει υποκριτική δεινότητα και εκφραστικότητα που κρατούν το κοινό σε εγρήγορση.

Ο Δημήτρης Πετρόπουλος, στον ρόλο του πατέρα, προσφέρει μια άρτια ερμηνεία του αβοήθητου ανθρώπου που πασχίζει να επουλώσει τις πληγές του, από τις φθορές του σπιτιού έως το κενό που άφησε ο μοναχογιός του. Δίνει αγώνα να παραμείνει δυνατός, κάτι που προσδίδει περισσότερο βάθος στον χαρακτήρα του.

Είναι αυτός που αλληλεπιδρά με το μεταφυσικό, συνομιλώντας με τον νεκρό γιο του, του οποίου η παρουσία – έστω και φανταστική – λειτουργεί ως βάλσαμο στη ψυχή του πατέρα.

Ο Τάσος Λέκκας που ενσαρκώνει τον Βίμπκο είναι μία αποκάλυψη.

Ως φάντασμα που τριγυρνά στη σκηνή αποδίδει μια εντυπωσιακή ερμηνεία γεμάτη ευαισθησία και ποιητικότητα.

Βρίσκεται στο μεταίχμιο, ανάμεσα στο μεταφυσικό και το πραγματικό, εκεί που οι ζωντανοί και οι νεκροί συναντιούνται και συνομιλούν.

Τάσος Λέκκας

Η αέρινη παρουσία του καταφέρνει να αποτυπώσει τη φρικαλεότητα του πολέμου, δίνοντας βάθος στον χαρακτήρα του. Παράλληλα, ισορροπεί το δραματικό στοιχείο της παράστασης με κωμικές πινελιές, μέσα από τον ρόλο της τρανς πόρνης. Η ικανότητά του ηθοποιού να εναλλάσσει μεταξύ των δύο χαρακτήρων, χωρίς να χάσουν το βάθος τους προσθέτει πλούτο στην παράσταση και συγκινεί το κοινό.

Η Ελίζα Σκολίδη στο ρόλο της Ίντας, προσφέρει μια συγκινητική ερμηνεία. Διακρίνεται από εντυπωσιακή κινησιολογία και φωνητικές ικανότητες.

Το πένθιμο ακαταλαβίστικο τραγούδι που επαναλαμβάνει λειτουργεί ως ασπίδα, προσφέροντας της μια φωνή σε έναν κόσμο που την έχει «σακατέψει» ψυχικά.

Ελίζα Σκολίδη

Η ηθοποιός επίσης εντυπωσιάζει με την ικανότητά της να μεταμορφώνεται σε γριά γειτόνισσα, απειλώντας θεούς και δαίμονες, φέρνοντας στο προσκήνιο την κοινή εμπειρία της απώλειας που όλοι βιώνουν στον πόλεμο. Αυτή η πολυδιάστατη προσέγγιση και κάνει την ερμηνεία της ακόμα πιο πλούσια και συγκινητική.

Ο Αλέξανδρος Βάρθης είναι ένας «χαμαιλέοντας» που προσαρμόζεται σε οποιαδήποτε απαίτηση του ρόλου.

Αλέξανδρος Βάρθης

Ικανότατος στη διαχείριση του παραλόγου και του γκροτέσκου, αναλαμβάνει το δύσκολο έργο να ερμηνεύει ρόλους που είναι εξαιρετικά διαφορετικοί απαιτητικοί: τον αδίστακτο μαυραγορίτη, τον αυταρχικό λοχαγό και τον γελοίο άνδρα που εξευτελίζει την Ίντα.

Αλέξανδρος Βάρθης και Ελίζα Σκολίδη

Ο βαθμός δυσκολίας του εγχειρήματος είναι πολύ υψηλός, όμως κατορθώνει να αναδείξει την πολυπλοκότητα του κάθε ρόλου, χωρίς να αποσυντονιστεί.

Με έντονη εκφραστικότητα, ο ηθοποιός διαθέτει μία μαεστρία στην φωνητική ευελιξία και τη σωματική ετοιμότητα, προθέτοντας ποικιλία στην ερμηνεία του.

Επίλογος

Η θεατρική παράσταση «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» είναι ένα ταξίδι σε μία βαθιά θάλασσα συναισθημάτων. Γεμάτη με ένταση και αυθεντικότητα, η κάθε σκηνή είναι «γροθιά» στο στομάχι και μας κάνει να διεισδύσουμε στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης.

Είναι ένα σπουδαίο εγχείρημα της ομάδας The Young Quill, η οποία μας προσέφερε μία εμπνευσμένη θεατρική εμπειρία, συνδέοντας τα θέματα του Βίζνιεκ με σύγχρονες προσεγγίσεις.

Πάνω από όλα όμως,η παράσταση παράγει προβληματισμό και προβάλλει το καίριο ερώτημα: είναι η «πρόοδος» η αξία που πρέπει να καθορίζει την πολιτική, την κοινωνία, την οικονομία και τον άνθρωπο;