ΑΡΧΙΚΗ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ενεργειακή κρίση: Γιατί το ρεύµα είναι πιο ακριβό σε Ελλάδα, Ρουµανία και Βουλγαρία;

Ενεργειακή αγορά δύο ταχυτήτων στην Ευρώπη

Για δεύτερη φορά σε διάστημα πέντε μηνών οι τιμές ρεύματος εκτοξεύθηκαν αλλά σε ένα μόνο γεωγραφικό τμήμα τής κατά τα άλλα «ενιαίας» ευρωπαϊκής αγοράς, επιβαρύνοντας δυσανάλογα νοικοκυριά και επιχειρήσεις στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, έναντι των άλλων Ευρωπαίων. Η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, άμεσα πληττόμενες χώρες της Ε.Ε., αμφισβητούν το μοντέλο λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς και καταθέτουν κοινό αίτημα στην Ε.Ε. για «διόρθωση».

AD: mytest

Ο σχεδιασµός της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έχει οδηγήσει σε τιµές δύο ταχυτήτων στην Ε.Ε. Από τη µια οι χώρες της ∆υτικής και Κεντρικής Ευρώπης που απολαµβάνουν σχετικά χαµηλές τιµές, κι από την άλλη, η Ελλάδα, η Ρουµανία και η Βουλγαρία που πληρώνουν ακριβότερα το ρεύµα. Η ενεργειακή κρίση αποκάλυψε τις αδυναµίες του µοντέλου και επιπλέον έφερε στην επιφάνεια ύποπτες πρακτικές περιορισµού των εξαγωγών. Πέραν αυτών υπάρχουν και ενδογενείς παράγοντες που διατηρούν υψηλά επίπεδα τιµών στην Ελλάδα. Πάντως, Αθήνα, Σόφια και Βουκουρέστι εντείνουν τις πιέσεις προς την Κοµισιόν, ζητώντας τη δηµιουργία ενός µόνιµου µηχανισµού ανάκτησης υπερεσόδων από τη χονδρεµπορική αγορά, προκειµένου να στηρίζουν άµεσα τους πολίτες τους. υποστηρίζουν την κοινή αγορά αλλά µε 26 διαφορετικές πολιτικές». Το σχόλιο αυτό του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από το βήµα της ∆ιάσκεψης του ΟΗΕ για την κλιµατική αλλαγή (COP29) στο Μπακού αποτυπώνει µε τον πιο εύστοχο τρόπο τα όσα συµβαίνουν στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Για δεύτερη φορά σε διάστηµα πέντε µηνών οι τιµές ρεύµατος εκτοξεύθηκαν, αλλά σε ένα µόνο γεωγραφικό τµήµα τής κατά τα άλλα «ενιαίας» ευρωπαϊκής αγοράς, επιβαρύνοντας δυσανάλογα νοικοκυριά και επιχειρήσεις στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, έναντι των άλλων Ευρωπαίων. Από τον Ιούλιο που παρατηρήθηκε για πρώτη φορά αυτό το φαινόµενο, επανήλθε η συζήτηση για τις θεµελιώδεις αιτίες εκτόξευσης των τιµών ρεύµατος. Η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Ρουµανία, άµεσα πληττόµενες χώρες της Ε.Ε., αµφισβητούν το µοντέλο λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς (target model) και καταθέτουν κοινό αίτηµα στην Ε.Ε. για «διόρθωση». Προτείνουν, δε, τη δηµιουργία ενός µόνιµου µηχανισµού ανάκτησης υπερεσόδων από τη χονδρεµπορική αγορά για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, που θα τίθεται άµεσα σε εφαρµογή σε περιπτώσεις περιφερειακής κρίσης.

Ο αλγόριθµος

Τα θεµελιώδη λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς που τέθηκαν για πρώτη φορά σε αµφισβήτηση την περίοδο της ενεργειακής κρίσης χωρίζοντας σε στρατόπεδα την Ευρώπη, τίθενται εκ νέου σε αµφισβήτηση, αυτή τη φορά όµως µόνο από τον πιο αδύναµο κρίκο της «ενιαίας ενεργειακής ευρωπαϊκής αγοράς», την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που αποδεικνύεται πιο ευάλωτη σε διαταραχές.

Για την ελληνική κυβέρνηση, το πρόβληµα είναι καθαρά εξωγενές και απορρέει από δυσλειτουργίες που παρατηρούνται στις διασυνδέσεις των ηλεκτρικών συστηµάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης µε την Κεντρική και τη ∆υτική. Στο στόχαστρο κυβερνητικών αξιωµατούχων και του ίδιου του πρωθυπουργού έχει βρεθεί ο αλγόριθµος που αποφασίζει πόση ενέργεια θα περάσει από τις διασυνδέσεις – «το µαύρο κουτί που κανείς δεν µπορεί να καταλάβει πώς λειτουργεί», όπως έχει ειπωθεί χαρακτηριστικά. Πράγµατι, οι ∆ιαχειριστές της Κεντρικής και ∆υτικής Ευρώπης έχουν θέσει σε εφαρµογή έναν νέο αλγόριθµο µε το όνοµα FBNC που καθορίζει τον τρόπο µε τον οποίο κατανέµονται τα µεγαβάτ µεταξύ των διασυνδέσεων. Αυτός ο αλγόριθµος εφαρµόζεται µέχρι τα σύνορα της Ρουµανίας. Τα ηλεκτρικά συστήµατα από τη Ρουµανία και κάτω µέχρι και την Ελλάδα ακολουθούν τον παλιό αλγόριθµο µε αποτέλεσµα οι ∆ιαχειριστές να µη γνωρίζουν ακριβώς πώς κατανέµεται η ενέργεια µέχρι τη Ρουµανία, αν δηλαδή γεµίζουν τα καλώδια ή σταµατούν να δέχονται ενέργεια, κάτι που φαίνεται να συνέβη το καλοκαίρι µε την αποµόνωση των ηλεκτρικών συστηµάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Το ίδιο φαίνεται πως συµβαίνει και τις τελευταίες ηµέρες.

Το νέο µοντέλο

Οι διασυνδέσεις αποτέλεσαν βασικό πυλώνα της στρατηγικής για την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά που σχεδίασε η Ευρώπη τη δεκαετία του 1990, µαζί µε την απελευθέρωση των αγορών. Είχε δε στόχο τη διαµόρφωση συνθηκών ανταγωνισµού και τη µείωση των τιµών, ώστε να προχωρήσει σταδιακά η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιµα και η πράσινη µετάβαση. Το µοντέλο αυτό πολύ συνοπτικά έλεγε, «καταργούµε τα εθνικά σύνορα και αξιοποιούµε τις διασυνδέσεις για να φτάνει στον Ευρωπαίο καταναλωτή η φθηνότερη ενέργεια απ’ όποιο σηµείο του ευρωπαϊκού µπλοκ και να παράγεται».

Ο σχεδιασµός στηρίχθηκε επίσης στην ενίσχυση των ΑΠΕ µέσω επιδοτήσεων και κινήτρων (προτεραιότητα εισόδου στην αγορά) και ταυτόχρονα επιβάρυνσης της παραγωγής από άνθρακα και φυσικό αέριο, µέσω της επιβολής φόρου στις εκποµπές CO2. Συµπεριέλαβε, δε, κι ένα κοινό µοντέλο εκκαθάρισης και επίλυσης των διαζευγµένων αγορών, το περίφηµο target model, το οποίο στην Ελλάδα εφαρµόστηκε για πρώτη φορά τον Νοέµβριο του 2020. Το µοντέλο αυτό καθιέρωσε και τη χρηµατιστηριακή τιµή ενέργειας.

Οι παραγωγοί ανά ώρα δίνουν µια τιµή για την ενέργεια που προσφέρουν προκειµένου να καλυφθεί η ζήτηση. Ολη η προσφορά πληρώνεται στην τιµή που θα πάρουν τα τελευταία µεγαβάτ (Οριακή Τιµή Συστήµατος) τα οποία απαιτούνται για να καλυφθεί η ζήτηση. Το σκεπτικό αυτής της τιµολόγησης ήταν να στηριχθούν οι ΑΠΕ που τότε ήταν ακριβές, ώστε να µη µείνουν εκτός αγοράς.

Στις µέρες µας οι ΑΠΕ είναι φθηνές, ωστόσο η παραγωγή

τους δεν είναι σταθερή, εξαρτάται από τον ήλιο και τον αέρα. Ετσι, το πρωί πριν µπουν και το βράδυ όταν βγαίνουν από το σύστηµα τα φωτοβολταϊκά δηµιουργείται έλλειµµα ενέργειας που πρέπει να καλυφθεί µε συµβατικές µονάδες, φυσικού αερίου, άνθρακα, που είναι πλέον ακριβότερες. Αυτός είναι ο δεύτερος, µετά τις διασυνδέσεις, σηµαντικός παράγοντας στη διαµόρφωση των τιµών, το µείγµα καυσίµου που διαθέτει η κάθε χώρα. Ενας τρίτος παράγοντας είναι ο ανταγωνισµός εντός των εθνικών αγορών.

Στην Ελλάδα και οι τρεις είναι προβληµατικοί. Το ηλεκτρικό σύστηµα της Ελλάδας βρίσκεται στο άκρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης µε περιορισµένες διασυνδέσεις και στο µείγµα καυσίµου το φυσικό αέριο συµµετέχει µε πάνω από 40%. Επιπλέον, ο ανταγωνισµός στον τοµέα της παραγωγής από συµβατικές µονάδες που καθορίζουν τιµή στις ώρες αιχµής είναι επίσης περιορισµένος. Συµµετέχουν η ∆ΕΗ και τέσσερις ιδιώτες.

Οι κερδισµένοι

Ο ευρωπαϊκός σχεδιασµός της ενιαίας αγοράς και της ενεργειακής µετάβασης ευνοεί εντέλει χώρες µε µεγάλες διασυνδέσεις µέσω των οποίων µπορεί να ρέει άφθονη ενέργεια και χώρες µε ανταγωνιστικό µείγµα καυσίµου, όπως της Κεντρικής και ∆υτικής Ευρώπης µε την πυρηνική ενέργεια, ή οι σκανδιναβικές χώρες

µε τη µεγάλη υδροηλεκτρική δυναµικότητα. Πρόσφατη ανάλυση της Eurelectric (Ενωση της ευρωπαϊκής βιοµηχανίας ηλεκτρισµού) διαπιστώνει ότι οι τιµές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι πενταπλάσιες στον ευρωπαϊκό Νότο σε σχέση µε τις σκανδιναβικές χώρες και σχεδόν διπλάσιες σε σχέση µε την Κεντρική και τη ∆υτική Ευρώπη. Σύµφωνα µε την ανάλυση της Eurelectric, το καλοκαίρι του 2024 οι τιµές στις σκανδιναβικές χώρες διαµορφώθηκαν κατά µέσον όρο στα 20 ευρώ/mwh, στην Κεντρική και ∆υτική Ευρώπη µεταξύ 60-80 ευρώ/mwh και στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη πάνω από 100 ευρώ/mwh.

∆ιασυνδέσεις, µείγµα καυσίµου και ανταγωνισµός είναι οι βασικοί παράγοντες διαµόρφωσης των τιµών στις χονδρεµπορικές αγορές της Ευρώπης, στους οποίους υστερεί η Ελλάδα και η ευρύτερη περιοχή.

Η συνέχιση του πολέµου στην Ουκρανία πρόσθεσε έναν ακόµη παράγοντα καθώς σε περιόδους υψηλής ζήτησης, όπως το καλοκαίρι και τον χειµώνα, το σύστηµα της Ρουµανίας και της Βουλγαρίας από εξαγωγικό µετατρέπεται σε εισαγωγικό για να καλύψει το έλλειµµα ενέργειας της Ουκρανίας, συµπαρασύροντας και τη συνδεδεµένη µε τη Βουλγαρία ελληνική αγορά.

Το εγχώριο πρόβληµα

Η Ελλάδα είναι επίσης από τις λίγες αγορές της Ευρώπης όπου οι τιµές χονδρικής συνδέονται άµεσα µε τις τιµές της λιανικής. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές το ποσοστό αυτό περιορίζεται στο 20%-40%. Στο µεγαλύτερο ποσοστό δηλαδή δεν περνούν οι διακυµάνσεις της χονδρεµπορικής αγοράς καθώς οι προµηθευτές των άλλων αγορών αναλαµβάνουν µέρος του ρίσκου προσφέροντας στους πελάτες τους τιµολόγια σταθερής τιµής µε ενέργεια που έχουν προαγοράσει. Το ζήτηµα αυτό βρίσκεται, σύµφωνα µε πληροφορίες, υπό διερεύνηση από το ΥΠΕΝ. Το πώς δηλαδή θα κατευθύνει την αγορά στα σταθερά τιµολόγια ώστε οι υψηλές τιµές της χονδρεµπορικής να µη µεταφέρονται µέσω των κυµαινόµενων τιµολογίων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ενα από τα σενάρια που διερευνώνται µε τη συνδροµή µεγάλου εξειδικευµένου ξένου οίκου είναι η αποδέσµευση των ΑΠΕ από το Χρηµατιστήριο, έτσι ώστε τα οφέλη από τις χαµηλές τιµές να περνούν στους καταναλωτές.

Την αποσύνδεση εξάλλου της καθαρής ενέργειας (ΑΠΕ και πυρηνικά) από τις τιµές των ορυκτών καυσίµων συνιστά η έκθεση Ντράγκι συνολικά για την Ευρώπη για τη µείωση του ενεργειακού κόστους και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, που µετά την ενεργειακή κρίση εξακολουθεί να είναι δύο και τρεις φορές υψηλότερο από το κόστος στις ΗΠΑ.

Ρεπορτάζ: Εφημερίδα Καθημερινή