Ένας στους τρεις εργαζόμενους έχει δεχθεί σεξουαλική παρενόχληση – 6 τρανταχτές καταγγελίες

Σοκάρουν στοιχεία που έρχονται στο φως
Η ΓΣΕΕ και η Γραμματεία Ισότητας της Συνομοσπονδίας, σε συνεργασία με το Friedrich Ebert Stiftung (FES), παρουσίασαν σήμερα στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ την πρώτη επίσημη μελέτη που διεξήγαγαν από κοινού για το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας στον εργασιακό χώρο.
Τα ευρήματα της μελέτης είναι αποκαλυπτικά, αναδεικνύοντας τόσο την έκταση του προβλήματος όσο και το ανησυχητικό γεγονός ότι τέτοια περιστατικά παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδήλωτα στις αρμόδιες Αρχές.
Η έρευνα αποκάλυψε επίσης την έντονη ανάγκη για την ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών προστασίας των θυμάτων, προσβάσιμων σε ολόκληρη την επικράτεια, ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα συνολικά και ουσιαστικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης:
- 1 στους/στις 3 εργαζόμενους/ες έχουν δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας (31,4%).
- 3 στα 4 θύματα είναι γυναίκες εργαζόμενες (75,3%).
- Μόνο το 1,6% των θυμάτων κατήγγειλαν το περιστατικό στις αρμόδιες Αρχές.
- Τα θύματα δεν ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές είτε γιατί δεν τις εμπιστεύονται (27,2%) είτε γιατί πιστεύουν ότι δεν θα γίνει κάτι ουσιαστικό (51,1%).
- Μόνο το 3,1% διαθέτει συλλογική σύμβαση εργασίας με διατάξεις που καλύπτουν τη σεξουαλική παρενόχληση.
- Το 78,9% δήλωσαν ότι τα συνδικάτα πρέπει να επιμείνουν στην ένταξη κατάλληλων ρυθμίσεων στους Κανονισμούς Εργασίας για τη σεξουαλική παρενόχληση και βία
- Έχει σταματήσει η λειτουργία των δομών θεσμικού κοινωνικού διαλόγου με τη συμμετοχή των συνδικάτων τόσο για την ισότητα των φύλων, τις διακρίσεις, τη βία και την παρενόχληση στην εργασία όσο και για την κατάσταση στο πεδίο και τους ελέγχους από την επιθεώρηση εργασίας.
Η πλήρης μελέτη και τα βασικά συμπεράσματα έχουν αναρτηθεί στον ιστότοπο της ΓΣΕΕ και είναι διαθέσιμα ΕΔΩ.
6 τρανταχτές καταγγελίες
Το γεγονός ότι μόλις το 1,6% των θυμάτων κατήγγειλε την σεξουαλική παρενόχληση στις Αρχές, θα πρέπει να προβληματίζει. Όχι τόσο λόγω του αναιμικού ποσοστού αυτών των επίσημων καταγγελιών, αλλά επειδή η κατάληξη τους όντως δικαιώνει τις επιφυλάξεις των θυμάτων.
Αφού το θύμα ήρθε σε άμεση αντιπαράθεση με τον δράστη ή ενημέρωσε τα αρμόδια άτομα ή θεσμικά όργανα, στο 45,7% των περιπτώσεων δεν συνέβη τίποτα, δεν λήφθηκε κανένα μέτρο, ενώ μόνο στο 8,7% των περιπτώσεων διερευνήθηκε η καταγγελία.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις, που έφτασαν απευθείας στην Επιθεώρηση Εργασίας ή πέρασαν πρώτα από τον Συνήγορο του Πολίτη. Η δικαίωση των θυμάτων είναι μάλλον η εξαίρεση.
Περίπτωση 1: Εργαζόμενη καταγγέλλει για σεξουαλική παρενόχληση άλλο εργαζόμενο (χειριστή κλάρκ), με αναφορά στην αίτησή της σε ένα περιστατικό λεκτικής βίας και παρενόχλησης και σε ένα περιστατικό σωματικής βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης εν ώρα εργασίας
από τον ίδιο εργαζόμενο.
Αίτημά της, η τιμωρία του καταγγελλόμενου με την απόλυσή του και επιβολή προστίμου στην επιχείρηση, διότι επέδειξε ανοχή μη προβαίνοντας στις νόμιμες ενέργειες. Αντ’ αυτού προέβησαν στην πρόωρη λύση της δικής της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου, χωρίς καμία ενημέρωσή της για τα δικαιώματά της και χωρίς ουσιαστική προσπάθεια διερεύνησης των καταγγελλομένων.
«Κατά τη συζήτηση της καταγγελίας, διατυπώθηκαν αντικρουόμενοι πραγματικοί ισχυρισμοί σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα το επίμαχο χρονικό διάστημα στο χώρο εργασίας, η υπαγωγή των οποίων στα νομικά δεδομένα της υπόθεσης άπτεται της αποκλειστικής κρίσης των αστικών ή και ποινικών δικαστηρίων κατόπιν προσφυγής κάθε ενδιαφερόμενου μέρους» και κάπως έτσι η Επιθεώρηση Εργασίας παράπεμψε την υπόθεση στη δικαιοσύνη.
Περίπτωση 2: Καταγγελία πρακτικώς ασκούμενης για περιστατικό προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας, βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης από το νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης.
Δέκα μέρες μετά την έναρξη της πρακτικής άσκησής της την κάλεσε ο εργοδότης στο γραφείο του για να της δείξει κάποιο πρόγραμμα στον υπολογιστή του και εκείνη τη στιγμή εκμεταλλευόμενος την απουσία τρίτων ατόμων στο γραφείο προσπάθησε να τη φιλήσει ακουμπώντας τη στο μηρό και στην πλάτη. Ξαφνιάστηκε, τραβήχτηκε αμέσως πίσω και έφυγε αμέσως από το χώρο του γραφείου. Συνέχισε να εργάζεται κανονικά μέχρι τη λήξη του ωραρίου, χωρίς να αναφέρει τίποτα σε κανένα και χωρίς να έχει συνέχεια το συμβάν.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας κατήγγειλε το συμβάν στο οικείο αστυνομικό τμήμα υποβάλλοντας και μήνυση εναντίον του εν λόγω εργοδότη. Την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα ενημέρωσε τη γραμματεία της επιχείρησης για την αποχώρησή της εξαιτίας του συμβάντος και ταυτόχρονα και τη σχολή της, η οποία και την τοποθέτησε σε άλλο φορέα, ώστε να ολοκληρώσει σε αυτόν την πρακτική της.
Περίπτωση 3: Καταγγελία τεσσάρων εργαζομένων (3 γυναίκες και 1 άντρας) για επαναλαμβανόμενα περιστατικά λεκτικής βίας με απειλές, ύβρεις, ξεσπάσματα θυμού και επιθετική συμπεριφορά (χτυπώντας επιφάνειες και πετώντας αντικείμενα) από τον αντιπρόεδρο της επιχείρησης.
Ειδικά και καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση σε μία από τις καταγγέλλουσες εργαζόμενες από το ίδιο ως άνω άτομο.
Η ίδια η καταγγέλλουσα τη σεξουαλική παρενόχληση κατά τη συζήτηση της εργατικής διαφοράς, δήλωσε ότι η Πρόεδρος του ΔΣ μερίμνησε και δεν υπήρξαν πάλι «περιστατικά» και δεν αντιμετώπισε ξανά «χυδαία συμπεριφορά». Η καταγγέλλουσα συνεχίζει να είναι εργαζόμενη της εταιρείας και όπως δήλωσε υπάρχει πλέον απόσταση από τον καταγγελλόμενο.
Περίπτωση 4: Καταγγελία από εργαζόμενη για ανάρμοστη συμπεριφορά, λεκτική βία και σεξουαλική παρενόχληση δύο φορές από τον εργοδότη και για ανάρμοστη συμπεριφορά από μια συνεργάτιδα του.
Επήλθε εντέλει και η καταγγελία της σύμβασης εργασίας της καταγγέλλουσας. «Τα ζητήματα που εγείρει η πλευρά της προσφεύγουσας, λόγω της ιδιαιτερότητας αυτών και των διαφορετικών θέσεων των δύο πλευρών, χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, μέσω αποδεικτικών μέσων τα οποία δύναται να εξετάσει η Δικαιοσύνη δια των αρμοδίων Δικαστηρίων», ήταν η κατάληξη της καταγγελίας ενώπιον των Αρχών. Κοινώς θα πρέπει να βρει το δίκιο της στα δικαστήρια.
Περίπτωση 5: Καταγγελία από εργαζόμενο για σεξουαλική παρενόχληση από τον νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης, με σεξουαλικού περιεχομένου συζητήσεις, σεξουαλικά υπονοούμενα, ερωτήσεις σχετικά με τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, προτάσεις για κοινή έξοδο και άγγιγμα σε ιδιαίτερα σημεία (γλουτούς).
Παρά το γεγονός ότι εξέφρασε στον καταγγελλόμενο τη δυσαρέσκειά του αυτός συνέχισε να έχει την ίδια συμπεριφορά. Ο Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων, που διενήργησε τη διαδικασία της εργατικής διαφοράς διαπίστωσε παραβίαση από τον εργοδότη της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης στην εργασία και προέβη στην επιβολή της προβλεπόμενης διοικητικής κύρωσης.
Περίπτωση 6: Καταγγελία από επτά εργαζόμενες κατόπιν διαπίστωσης ότι ο εργοδότης τους είχε εγκαταστήσει, εν αγνοία τους, στις δύο τουαλέτες της επιχείρησης, που χρησιμοποιούν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι πελάτες, βιντεοληπτικές κάμερες, καθώς και υπόνοιας για διακίνηση του σχετικού υλικού στο διαδίκτυο, γεγονός το οποίο συνιστά παρενόχληση και επιφέρει προσβολή της προσωπικότητάς τους.
Δήλωσαν ότι παράλληλα έχουν κινήσει και τη σχετική ποινική διαδικασία σε βάρος του εργοδότη τους. Η απουσία του εργοδότη από την συζήτηση για την καταγγελία, κρίθηκε αδικαιολόγητη, καθώς κλήθηκε νομίμως και ως εκ τούτου θεσπίσθηκε μαχητό τεκμήριο για την αλήθεια των πραγματικών ισχυρισμών της παριστάμενης πλευράς των καταγγελλουσών.
Σημειωτέον, για να απομακρυνθούν οι κάμερες, χρειάστηκε η παρέμβαση της Αστυνομίας.