Τα λαμόγια του γαρίφαλου: από τον Τάσο Δούση

Είναι γνωστό ότι δεν είμαι και τρελός fan των μπουζουκιών. Πιο πολύ μου πάνε τα bar-restaurants, τα clubs και σίγουρα τα εστιατόρια για ιταλικό ή καλό κρέας και ψάρι. Την περασμένη εβδομάδα βρέθηκα στην αγαπημένη μου πόλη, τη Θεσσαλονίκη, κι επειδή μου αρέσει ο Ρέμος, είπα να πάω να παρακολουθήσω το πρόγραμμά του στην πόλη. Θέλω, λοιπόν, να σας διηγηθώ την εμπειρία μου και σας παρακαλώ να πιάσετε το νόημα σε αυτά που θέλω να πω, διότι, αν δεν με καταλάβετε, θα αισθανθώ ο μοναδικός ανισόρροπος και ηλίθιος σε όλη την ελληνική κοινωνία. Προσέξτε· το γεγονός ότι δεν είμαι οπαδός των μπουζουκιών, δεν σημαίνει ότι δεν τα γουστάρω ως τρόπο διασκέδασης και επίσης δεν σημαίνει ότι όταν πάω, δεν θα διασκεδάσω και δεν θα περάσω καλά. Στον Ρέμο, λοιπόν, πέρασα τέλεια. Ο άνθρωπος ως τραγουδιστής και καλλιτέχνης απλώς «δεν υπάρχει». Τα ακούσματά του, οι μελωδίες του, η φωνή του με συντροφεύουν για πάνω από δέκα χρόνια και, χωρίς να θεωρώ τον εαυτό μου καψούρη, είναι πολλές εκείνες οι φορές που ταυτίζομαι με τους στίχους του. Το μαγαζί που έχει φτιάξει ο Γώγος, το Politia, σου δίνει πιο πολύ την αίσθηση club και λιγότερο μπουζουκιού. Καναπέδες αναπαυτικοί και ευρύχωροι και το πιο σημαντικό, δεν είναι ο ένας πάνω στον άλλο.
Ας μπούμε όμως στο ψητό, στο τι δηλαδή μου κάθισε στραβά. Ρε παιδιά, δεν ξέρω πώς το είδα, αλλά στην αισθητική μου και στις εποχές που περνάμε, τους τύπους που πέταγαν τα πανέρια με τα λουλούδια, τους κοιτούσα πολύ στραβά! Δεν μιλάω φυσικά για τις παρέες των δέκα ατόμων που έπαιρναν μια γύρα λουλούδια (δέκα δισκάκια). Εγώ σας λέω, άντε και είκοσι, άντε και τριάντα δισκάκια. ΟΚ, θα κάνεις το χαβαλέ σου, θα τα πετάξεις, θα κάνεις κόρτε στην παρέα των κοριτσιών. Είναι, ρε αδελφέ μου, ένα παιχνίδι που κάποιοι το γουστάρουν και κάποιοι όχι. Δεν με ενοχλεί αυτή η εικόνα. Με ενοχλούσαν απίστευτα όμως κάποια παιδοβούβαλα που κάθονταν στο πρώτο τραπέζι και πετούσαν δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες, δισκάκια με λουλούδια στο κεφάλι του Ρέμου. Δεν καταλαβαίνετε τι σας λέω. Χωρίς σταματημό. Έκαναν επίδειξη 4-5 τσογλαναράδες και συναγωνίζονταν για το ποιος θα πετάξει τα πιο πολλά λουλούδια στον τραγουδιστή! Μιλάμε για λογαριασμούς χιλιάδων ευρώ.
Εμένα όλο αυτό, λοιπόν, μου έκατσε στραβά. Πρώτα απ’ όλα, προσέβαλε την αισθητική μου. Αρκουδόμαγκες με τσόλια γυναίκες ή κοκαϊνομανείς μοντέλες να προσπαθούν να κερδίσουν τις εντυπώσεις μέσα στο μαγαζί, πετώντας, ως άλλοι σφαιροβόλοι, τις ντάνες με το λουλουδικό. Κάποτε θα γελούσα. Τώρα, όμως, μου ερχόταν να τους φτύσω. Ναι, καλά διαβάσατε. Να τους φτύσω, γιατί πέρα από την αισθητική, υπάρχει και η ηθική. Πώς μπορείς, ρε γουρούνι, να προκαλείς το κοινό αίσθημα και τον κόσμο; Πώς μπορείς, ρε νεόπλουτε κλεφταρά, να επιδεικνύεις με αυτό τον απαράδεκτο τρόπο το ότι έχεις κλέψει το κράτος, την εφορία, το ΙΚΑ και τις τράπεζες; Πώς μπορείς να βροντοφωνάζεις ότι είσαι έμπορος ναρκωτικών ή όπλων; Αντί να βρουν οι ξεφτιλισμένοι μια τρύπα και να κλειστούν μέσα, γυρίζουν στα μπουζούκια και επιδεικνύουν μέσα στα μούτρα μας τον παράνομο πλουτισμό τους. Ποιος άνθρωπος, όσο πλούσιος κι αν είναι, θα ξοδέψει €10.000 και €20.000 στα μπουζούκια μόνο για λουλούδια; Απάντηση: Mόνο ο άνθρωπος που έχει κερδίσει αυτά τα χρήματα παράνομα ή τα έχει βρει από τον παππού και τον πατέρα του ως κληρονομιά. Στα μπουζούκια που βρέθηκα εγώ το Σαββατοκύριακο ήξερα ότι κανένας από τους συγκεκριμένους δεν ήταν κληρονόμος. Ήξερα και γνώριζα από φίλους ότι οι περισσότεροι έχουν κάνει αίτηση για να βάλουν τις επιχειρήσεις τους στο άρθρο 99 (του Πτωχευτικού Κώδικα) ή έχουν χρεοκοπήσει τις εταιρείες τους, χρωστώντας σε τράπεζες και προμηθευτές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Αν αρχίσω να γράφω ονόματα, θα πέσετε κάτω ξεροί. Δεν θα πιστεύετε στα ίδια σας τα μάτια. Κι όμως, κλέφτες, απατεώνες και συντόμως πτωχευόμενοι ήταν στην πλειοψηφία τους τα καλόπαιδα που πετούσαν τα τσουβάλια με τα λουλούδια.
Το όλο σκηνικό το θεώρησα ως απόλυτη ξεφτίλα, όχι γι’ αυτούς, αλλά για όλους εμάς. Εμείς είμαστε οι ξεφτιλισμένοι που αδιαφορούμε στην αλόγιστη επίδειξη πλούτου, που τους κοιτάμε με θαυμασμό, που θέλουμε να τους μοιάσουμε ή που, σε κάποιες περιπτώσεις, τους ζηλεύουμε κιόλας. Συγγνώμη, αλλά αν ο Έλληνας αντί να πλακώνει στα χαστούκια αυτούς τους αληταράδες, έχει φτάσει στο σημείο να τους ζηλεύει, τότε μάγκες το τρένο το έχουμε χάσει. Πρέπει να γίνει ένα πολύ μεγάλο μπαμ, για να έρθουμε στα συγκαλά μας. Ρε σεις, η επίδειξη του πλούτου δεν κάνει τους άντρες. Συντηρεί τα λαμόγια, τις πουτάνες-μοντέλα πολυτελείας, τους κοκάκηδες κι ό,τι πιο βρόμικο και ξεφτιλισμένο υπάρχει στην κοινωνία. Τα φαινόμενα αυτά τα έχω συναντήσει μόνο στη Ρωσία και στην Τουρκία πριν από είκοσι χρόνια. Αν είναι η Ελλάδα να γίνει η Κολομβία του νότου, καληνύχτα σας.