Σε «μισούσα», Κόμπι, για αυτό και θα σε αγαπώ για πάντα…

Με έναν τρόπο, ήσουν ήρωάς μου...
Είναι λίγο ειρωνικό, αν το σκεφτείς από μια πλευρά. Τα πιο απλά πράγματα στη ζωή, είναι και τα πιο δύσκολα, τα πιο σπουδαία. Όπως είναι η ζωή και ο θάνατος. Η δύναμη των στιγμών, τα συναισθήματα. Η χαρά, ο θυμός, η λύπη, ο ενθουσιασμός, το σάστιμα…
Ώπα! Είπαμε για σάστισμα. Στοιχηματίζω, ότι όλοι όσοι ακούσατε για τον θάνατο του Κόμπι Μπράιαντ, έτσι θα αντιδράσατε. Με αυτό το «Τι;», που βγαίνει αμήχανα από τα χείλη. Που δε θέλει να πιστέψει αυτό, που μόλις άκουσε. Που σε κάνει να νιώθεις ξεκάθαρα το σοκ μες στην ψυχή σου. Που εξαιτίας του, νιώθεις μέσα σου να σκοτώνεται κάτι.
Για πολλούς, αυτό ακριβώς συνέβη εκείνη τη στιγμή, μόλις έγινε γνωστή η συντριβή του ελικοπτέρου, που μετέφερε τον Κόμπι, την κόρη του, Τζιάνα Μπράιαντ, άλλους έξι επιβάτες και τον μοιραίο πιλότο. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τους λάτρεις του, που απολύτως φυσιολογικά έσπευσαν να του αποτίσουν έναν φόρο τιμής. Το λιγότερο με μια δημοσίευση στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, κατακλύζοντάς τα, το πολύ με το να πάνε στο γήπεδο, όπου μεγαλούργησε και κατέκτησε πέντε τίτλους, έναν μόλις λιγότερο από τον έναν, τον απόλυτο «θεό» του μπάσκετ, Μάικλ Τζόρνταν. Στο επιβλητικό, πανέμορφο και… πολάσχολο, λόγω πολλών διαφορετικών αθλητικών εκδηλώσεων όπου λαμβάνουν τόπο, «Staples Center».
Αυτό το μούδιασμα, αυτός ο «κόμπος» στο στομάχι, το μαχαίρι στην καρδιά, ισχύει και για όσους τον «μισούσαν». Βλέπετε, ο Κόμπι, όπως και όλοι οι κορυφαίοι αθλητές, έχουν και μπόλικους τέτοιους. Ένας τέτοιος – δεν το κρύβω και δεν έχω λόγο να το κάνω – ήμουν κι εγώ.
Η ψυχοσύνθεση του λεγόμενου hater – μιλώντας σε υγιές πλαίσιο φυσικά – είναι κάπως παράξενη. Λατρεύει τη μία ομάδα, «μισεί» την άλλη, αποθεώνει έναν παίκτη και ψάχνει την παραμικρή αφορμή να μειώσει έναν άλλο. Εν μέρει, αυτό είναι και το «οξυγόνο» του, το «οξυγόνο» που, μεταξύ όλων των φιλάθλων που ασχολούνται με τον αθλητισμό, ενεργοποιεί το «μικρόβιο» της καζούρας. Εκείνης, που κάνει να απολαμβάνουμε τα σπορ λίγο παραπάνω.
Ελάτε, πείτε την αλήθεια κι ας μην περιοριστούμε στον Κόμπι. Όσοι υποστηρίζετε Παναθηναϊκό ή Ολυμπιακό, ΠΑΟΚ ή Άρη, Λίβερπουλ ή Γιουνάιτεντ, Σέλτικς ή Λέικερς, δεν ψάχνετε το παραμικρό, για να την «μπείτε», χρησιμοποιώντας όλη σας την «τέχνη» στο χιούμορ, σε κάποιον φίλο ή γνωστό σας; Παραδεχθείτε το, δεν είναι κακό. Ίσα ίσα, σημαίνει ότι μοιράζεστε το ίδιο πάθος. Ένα όμορφο πάθος. Τον αθλητισμό, που δημιουργεί τόσους υπέροχους ήρωες, όπως ο Κόμπι Μπράιαντ, και ιστορίες μαγικές, όπως η κόντρα των Σέλτικς με τους Λέικερς. Και όλα αυτά θα αντέξουν στον χρόνο, θα μείνουν αθάνατα.
Ξεκινώντας να ασχολούμαι, προσωπικά, με το ΝΒΑ περίπου την εποχή, όπου η κόντρα των Σέλτικς με τους Λέικερς ξαναχτύπησε «κόκκινο», διάλεξα την πρώτη πλευρά. Τους «τριφυλλοφόρους» με τον σπάνιο ηγέτη, που λέγεται Πολ Πιρς. Του έβρισκα αυτό το «κάτι», που κάνει έναν παίκτη ηγέτη ενός συνόλου, από απλώς εξαιρετικό παίκτη. Απόψεις είναι αυτές. Θα μου πείτε, μα δεν ήταν μεγάλος ηγέτης ο Κόμπι; Διάολε ναι, 5 τίτλους πήρε, πώς να μην είναι;
Όταν εξελίσσεται, όμως, αυτή η κόντρα και οι παίκτες βρίσκονται στο άνθος της καριέρας τους, σιγά μην το παραδεχθείς. Θα προσπαθήσεις να βρεις το ελάχιστο σφάλμα. Μια ήττα καθοριστική, έναν αποκλεισμό, ένα χαμένο μεγάλο σουτ. Κάτι, για να εκτονωθείς σε αυτόν, που βρίσκεται στο απέναντι «στρατόπεδο». Όχι για να νιώσεις σημαντικός, όπως συμβαίνει με τους ανώνυμους κριτές των social media. Αλλά για να επιζητήσεις το διάλογο, την κόντρα με την απέναντι πλευρά, που μεγαλώνει, σε λογικό πλαίσιο, το πάθος σου για το άθλημα.
Υπό αυτή την έννοια, ναι, παίκτες σαν τον Κόμπι Μπράιαντ είναι ισόποσα απαραίτητοι για αυτούς που τους λατρεύουν και για αυτούς που λατρεύουν… να τους μισούν. Με τον τρόπο του, γαλουχεί στο άθλημα και τον hater του, αυτόν που περιμένει καρτερικά να… του σύρει τα εξ’ αμάξης. Στο τέλος, όμως, όταν η σκηνή πέσει, ο ίδιος άνθρωπος θα νιώσει ένα κενό στην καρδιά του. Ο παίκτης αυτός, που «μισούσε», δεν είναι πια στο παρκέ. Στην περίπτωσή μας, δεν είναι καν εν ζωή.
«Μα, τόσα χρόνια πέρασα με το να κοντράρομαι για χάρη του. Να καταναλώνω ώρες συζήτησης με την απέναντι πλευρά, για διλήμματα και ερωτήσεις, που εγείρουν εντελώς υποκειμενική απάντηση και αποτελούν τη βάση για διάλογο γύρω από το άθλημα που αγαπώ. Δεν έχει δικαίωμα να φύγει, όπως δεν έχει δικαίωμα να φύγει και ο ηγέτης της δικής μου ομάδας. Μου ραγίζουν και οι δύο το ίδιο την καρδιά». Αυτό σκέφτεται ο hater. Και για αυτό ακριβώς, τελικά, τον λατρεύει τον «εχθρό» του. Κατά βάθος τον παραδέχεται, τον σέβεται, έχει τον δικό του τρόπο να του δείξει τι σημαίνει στη ζωή του.
Ας σκεφτούμε και το πιο απλό. Όταν παίζατε σε κάποιο γηπεδάκι μπάσκετ, νεότεροι, δε σκεφτόσασταν ότι είχατε έναν αντίπαλο μπροστά σας, που θέλατε να κερδίσετε; Τον λέγανε Σπανούλη; Τον λέγανε Διαμαντίδη; ΛεΜπρόν Τζέιμς; Ε, κάπως τον λέγανε. Εμένα, μεταξύ άλλων, τον έλεγαν Κόμπι Μπράιαντ και, με τον τρόπο του, με έκανε να ερωτευτώ μια για πάντα αυτή την «πορτοκαλί θεά».
Για αυτό τον ευχαριστώ. Για αυτό θα τον αγαπώ για πάντα και θα τον έχω στην καρδιά μου. Γιατί ήταν ένας από τους κορυφαίους αθλητές όλων των εποχών και μια υπέροχη προσωπικότητα. Γιατί λάτρευα να τον «μισώ» και μου έδινε κίνητρο να θέλω να τον κερδίσω.
Κόμπι, το παραδέχομαι. Σε «μισούσα». Και για αυτόν ακριβώς το λόγο, θα σε αγαπώ για πάντα…