ΑΡΧΙΚΗ LIFE RETROMANIA

Ο ωραίος μάγκας Νίκος Κούρκουλος: Η καριέρα, η μάχη με τον καρκίνο, ο Παναθηναϊκός και οι μεγάλοι έρωτες του γόη του ελληνικού κινηματογράφου

Ο μεγάλος πρωταγωνιστής γεννήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1934

Ηθοποιός και για δέκα χρόνια διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου 1934 και μεγάλωσε στη συνοικία του Ζωγράφου. Από νεαρή ηλικία έδειξε αγάπη για τον αθλητισμό και, κατά τη διάρκεια του γυμνασίου, έγινε ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού. Ωστόσο, όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί, η απόφασή του να ασχοληθεί με την υποκριτική προέκυψε εντελώς τυχαία, ενώ διάβαζε βιβλία για το θέατρο.

AD: mytest




Καθοριστικό ρόλο στη ζωή και την καριέρα του έπαιξε ο Μάνος Κατράκης, τον οποίο ο Κούρκουλος εκτιμούσε βαθιά. Ο Κατράκης τον ενθάρρυνε να δώσει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από όπου αποφοίτησε το 1958. Την επόμενη χρονιά, το 1959, έκανε το ντεμπούτο του στο θέατρο, συμμετέχοντας στην παράσταση «Η Κυρία με τις Καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά, στο πλευρό δύο σπουδαίων πρωταγωνιστών, της Έλλης Λαμπέτη και του Δημήτρη Χορν.

Διαβάστε επίσηςΟι δύσκολες στιγμές της Εριέττας στο θάνατο του Νίκου Κούρκουλου: «Ζούσα το δράμα μου, με κυβερνούσε ο φόβος ότι θα φύγει…»

Γρήγορα αναδείχθηκε σ’ έναν από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς ρόλους στο αρχαίο ελληνικό δράμα και σε μεγάλα κλασικά, αλλά και σύγχρονα έργα του αμερικάνικου και του ευρωπαϊκού θεάτρου. Πρωταγωνίστησε, ανάμεσα σε άλλα, στη Μήδεια (1959) και τον Ορέστη (1971) του Ευριπίδη, στον Οιδίποδα Τύραννο (1982) και στον Φιλοκτήτη (1991) του Σοφοκλή, στο αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, που ήταν και η τελευταία του θεατρική εμφάνιση.

Ως επικεφαλής θιάσων, αλλά και δικού του θεάτρου στην Αθήνα, πρωταγωνίστησε στα έργα: Η μικρή μας πόλη (1960), Οντίν (1962), Η κληρονόμος (1962), Σαμπρίνα (1963), Ιούλιος Καίσαρ (1964), Να ντύσουμε τους γυμνούς (1964), Λούλου (1965), Ίλια Ντάρλιγκ (ΗΠΑ-1967 σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, παράσταση για την οποία κέρδισε την υποψηφιότητα για το βραβείο Τόνι, Πύργος (1964), Δίκη (1971), Τάγκο (1972), Όπερα της Πεντάρας (1975), Ο Γλάρος (1976), Επιστροφή (1977), Πρόσκληση στον Πύργο (1978), Μονό Ζευγάρι (1980), Ανταπόκριση (1983), Ψηλά από τη Γέφυρα (1986) και Στην Φωλιά του Κούκου (1987).

Όμως, εκτός από σπουδαίους πρωταγωνιστής του θεάτρου, ο Νίκος Κούρκουλος υπήρξε κι ένας από τους μεγαλύτερους ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 30 ταινίες, μεταξύ των οποίων «Ο κατήφορος», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Η κυρία δήμαρχος», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», «Αδίστακτοι», «Ορατότης μηδέν», «Ο Αστραπόγιαννος» κ.ά. Τιμήθηκε δύο φορές με το Α’ Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: το 1965 για τους «Αδίστακτους» και το 1970 για τον «Αστραπόγιαννο».

Για πολλά χρόνια υπήρξε πρόεδρος της Ένωσης των θιασαρχών του Ελληνικού Θεάτρου, (ΠΕΕΘ), ενώ από το 1994 μέχρι το θάνατό του διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Από τη θέση αυτή οραματίστηκε και δημιούργησε το Παιδικό Στέκι, την Πειραματική Σκηνή, τον Άδειο Χώρο, το Εργαστήρι Υποκριτικής και Σκηνοθεσίας, τη Διεθνή Σκηνή και τη Θερινή Ακαδημία Θεάτρου, ενώ αναβάθμισε δραστικά τη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Παράλληλα, άνοιξε τις, για χρόνια κλειστές, πόρτες του Εθνικού Θεάτρου σε όλους τους ηθοποιούς, έκανε τον θίασο περιοδεύοντα στην Ελλάδα και το εξωτερικό και προχώρησε σε μετακλήσεις ξένων σκηνοθετών.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του παρουσιάστηκαν πολλά και σημαντικά έργα του παγκόσμιου δραματολογίου, καθώς και έργα πολλών Ελλήνων συγγραφέων, σε όλες τις σκηνές του Εθνικού Θεάτρου. Στις καινοτομίες του καταγράφηκε και η τεράστια επιτυχία του μιούζικαλ «Βίρα της Άγκυρες» των Β. Παπαθανασίου – Μ. Ρέππα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, που ήταν το πρώτο μουσικό έργο στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου, αφιερωμένο στην ελληνική επιθεώρηση.

Τον Μάρτιο του 2006 υπέγραψε εκ μέρους της πολιτείας την οριστική σύμβαση για την ανάθεση του έργου «Αποκατάσταση και εξοπλισμός του κτιριακού συγκροτήματος του Εθνικού Θεάτρου», που αποτέλεσε ένα από τα κυριότερα οράματα της καλλιτεχνικής του θητείας. Κατά κοινή ομολογία, ήταν ένας άνθρωπος με πάθος και ειλικρίνεια που δεν δίσταζε να ομολογήσει πως όταν ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση, το Εθνικό Θέατρο «ήταν ένας σάπιος οργανισμός που είχαν μείνει μόνο τα κόκαλα».

Οι μεγάλοι έρωτες του πρωταγωνιστή

Ο ηθοποιός παντρεύτηκε την Μελίτα Κουτσογιάννη, βοηθός σκηνοθέτη, με την οποία δούλεψαν μαζί στο θέατρο. Γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Ο έρωτας ήρθε δύο χρόνια αργότερα, όταν η γοητευτική κοπέλα χτύπησε την πόρτα του στο καμαρίνι του για να τον συγχαρεί για την ερμηνεία του στην παράσταση. Ο Νίκος Κούρκουλος και η Μελίτα παντρεύτηκαν το 1966, απέκτησαν δύο παιδιά, τον Άλκη Κούρκουλο και την Μελίτα Κούρκουλου – Κυριακοπούλου – όπου ο μπαμπάς της επέμενε να πάρει το όνομα της γυναίκας που λάτρεψε, Μελίτα.

Γι’ αυτές τις γυναίκες, τις γυναίκες της ζωής του, ο Νίκος Κούρκουλος τραγούδησε το 1984 με τον Γιάννη Πάριο ένα τραγούδι, το οποίο όμως δεν κυκλοφόρησε ποτέ στο εμπόριο. Ήταν κουμπάροι με την ηθοποιό και καλή του φίλη Μαίρη Χρονοπούλου, η οποία βάπτισε τον γιο του, Άλκη.

Σημαντικός σταθμός στη ζωή του Νίκου Κούρκουλου υπήρξε η συνάντησή του με τη Μαριάννα Λάτση, το καλοκαίρι του 1986, κατά τη διάρκεια παράστασης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Σε μια συνέντευξή του το 1994 στον Νίκο Χατζηνικολάου, ο Κούρκουλος περιέγραψε με αφοπλιστική ειλικρίνεια και ένταση τη στιγμή που αντίκρισε τον «μεγάλο και τελευταίο έρωτα» της ζωής του. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Κάνω έτσι και παγώνω… Ξαφνικά βλέπω ένα πλάσμα να ανεβαίνει τις κερκίδες και αυτό ήταν».

Εκείνη την περίοδο, η Μαριάννα Λάτση ήταν παντρεμένη από το 1982 με τον δάσκαλο σκι και τότε δήμαρχο Βουλιαγμένης, Γρηγόρη Κασιδόκωστα, με τον οποίο είχε αποκτήσει έναν γιο, τον Πάρη (γεννημένο το 1982). Το διαζύγιό τους εκδόθηκε το 1987. Παράλληλα, ο Νίκος Κούρκουλος κατέθεσε αίτηση διαζυγίου από τη σύζυγό του, Μελίτα. Παρόλα αυτά, οι δυο τους διατήρησαν μια άψογη σχέση αγάπης και σεβασμού για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.

Ο Νίκος Κούρκουλος απέκτησε δύο ακόμη παιδιά από τον γάμο του με τη Μαριάννα Λάτση το 2003, με την οποία παντρεύτηκε μετά τον θάνατο του πατέρα της. Τα παιδιά τους είναι η Εριέττα, γεννημένη το 1993, και ο Φίλιππος, γεννημένος το 1998.




Η τελευταία και πιο ξεχωριστή «άφιξη» στη ζωή του Νίκου Κούρκουλου ήταν η εγγονή του, Αμαλία, που γεννήθηκε το 2004. Η Αμαλία είναι αποτέλεσμα του γάμου της κόρης του με τον επιχειρηματία Μενέλαο Κυριακόπουλο, που πραγματοποιήθηκε το 2003.

Το 2001, ο Νίκος Κούρκουλος διαγνώστηκε με καρκίνο του ρινοφάρυγγα. Παρά τα προβλήματα υγείας, δεν σταμάτησε να αγωνίζεται για το Εθνικό Θέατρο, όπου διετέλεσε διευθυντής από το 1995 έως τον θάνατό του. Ο σπουδαίος ηθοποιός έφυγε από τη ζωή στις 30 Ιανουαρίου 2007, σε ηλικία 73 ετών. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε την επόμενη μέρα, στις 31 Ιανουαρίου 2007, στο νεκροταφείο Ζωγράφου, στη γειτονιά όπου μεγάλωσε και αγάπησε.




Αγωνιζόταν στον Παναθηναϊκό… αλλά τον κέρδισε η υποκριτική

Η ηθοποιία, πάντως, δεν ήταν όνειρο των παιδικών χρόνων του Κούρκουλου. Σαν έφηβος αγαπούσε πολύ τον αθλητισμό. Στην αρχή ασχολήθηκε με την κολύμβηση και το μπάσκετ, αλλά γρήγορα αποφάσισε ότι η μεγάλη του αγάπη ήταν το ποδόσφαιρο.

Οι προπονητές είδαν ότι έχουν να κάνουν με ένα αυθεντικό ταλέντο και έτσι ο νεαρός Κούρκουλος αγωνίσθηκε ως μεσοεπιθετικός στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό.

Ο Κούρκουλος τα πήγαινε πολύ καλά σαν ποδοσφαιριστής και θα ακολουθούσε επαγγελματική καριέρα. Την περίοδο εκείνη όμως διάβαζε για το θέατρο. Η τέχνη της υποκριτικής τον γοήτευσε και εξάλλου το ποδόσφαιρο προσέφερε δόξα αλλά όχι χρήματα. Όλοι οι αθλητές έπαιζαν κυρίως για την φανέλα και έπρεπε να έχουν και ένα επάγγελμα.

Έτσι τον κέρδισε η υποκριτική και αποφάσισε να σπουδάσει και να γίνει ηθοποιός, παρά το γεγονός ότι και η υποκριτική δεν εξασφάλιζε ένα σίγουρο μέλλον. Πήρε όμως το ρίσκο και στο τέλος δικαιώθηκε.