Εδώ Πολυτεχνείο: Σπάνια πλάνα και η μοναδική συνέντευξη του οδηγού του τανκ

Η εξέγερση στο Πολυτεχνείο και η εισβολή του τανκ μέσα από σπάνια έγχρωμα πλάνα
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973, υπήρξε η κορυφαία αντιδικτατορική κινητοποίηση κατά της Χούντας των Συνταγματαρχών και έληξε τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου με την εισβολή τανκ στην πύλη του Πολυτεχνείου. Η βίαιη καταστολή της εξέγερσης είχε ως αποτέλεσμα πολλούς νεκρούς και τραυματίες, ενώ ακολούθησαν διώξεις και βασανιστήρια.
Μια σημαντική ιστορική μαρτυρία αυτών των γεγονότων ήρθε στο φως από την Aylon Film Archives, η οποία δημοσιοποίησε ένα βίντεο διάρκειας περίπου 13 λεπτών. Τα πλάνα καταγράφηκαν από τον Νικόλα Βερνίκο, ο οποίος βρισκόταν σε δωμάτιο στον 1ο όροφο του ξενοδοχείου “ΑΚΡΟΠΟΛ” απέναντι από το Πολυτεχνείο, και δείχνουν τη δραματική ατμόσφαιρα της εποχής. Τα πλάνα, τραβηγμένα από το παράθυρο, αποτυπώνουν τη συνθήκη στην οδό Πατησίων κατά την διάρκεια των γεγονότων. Η εικόνα είναι θολή και σκοτεινή, προσδίδοντας μία αίσθηση της έντασης και της ένδικης καταστολής που εκτυλισσόταν.
Το βίντεο αυτό αποτελεί πολύτιμο τεκμήριο και μας θυμίζει ότι πρέπει να διατηρήσουμε την ιστορική μνήμη ζωντανή, προκειμένου να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά τέτοιες σκοτεινές εποχές στην ελληνική κοινωνία.
Διαβάστε επίσης: 16/10/1975: Αρχίζει η ιστορική Δίκη του Πολυτεχνείου – Οι δικτάτορες στο εδώλιο και η μεγάλη απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή πριν από την έναρξή της
Τα στιγμιότυπα που αποτυπώνονται στο βίντεο
Στο 7:03 λεπτό του φιλμ βλέπουμε για πρώτη φορά την κάνη του ενός τανκ που στεκόταν κάτω από το παράθυρο του κινηματογραφιστή.
Στο 7:12 το τανκ προχωρώντας, σπρώχνει ένα λεωφορείο στη μέση του δρόμου.
Στο 7:45 λεπτό καταφθάνουν τα τεθωρακισμένα οχήματα μεταφέροντας πλήθος οπλισμένων στρατιωτών, ανεβαίνοντας την Πατησίων.
Στο επόμενο πλάνο 7:50 ομάδα γιατρών-νοσηλευτών με άσπρες στολές διασχίζουν τον δρόμο μεταφέροντας ένα φορείο με κάποιον άνθρωπο σκεπασμένο με σεντόνι.
Στο 8:59 ο οδηγός του άρματος μάχης που βρισκόταν κάτω από το «Ακροπόλ» σκαρφαλώνει και παίρνει τη θέση του. Ομάδες στρατιωτών παρατάσσονται ενώ στα κάγκελα της πύλης συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις.
Κοντινό πλάνο της πύλης με τη σημαία. Η κάμερα χάνεται μέσα στο σκοτάδι, ενώ το τανκ πλησιάζει περισσότερο προς την πύλη και στρίβει λίγο προς τη μεριά της οδού Πολυτεχνείου.
Σύντομα αρχίζει η έξοδος των φοιτητών από την πεσμένη πλέον πύλη.
Η μαρτυρία
Ο δημιουργός του βίντεο, Νίκος Βερνίκος, γράφει στη λεζάντα:
“Αυτά τα πλάνα γυρίστηκαν από το παράθυρο ενός γωνιακού δωματίου στον 1ο όροφο του ξενοδοχείου “Acropol”, το οποίο βρίσκεται απέναντι από το Εθνικό (Μετσόβιο) Πολυτεχνικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, από τον Νικόλα Βερνίκο μεταξύ 14 και 17 Νοεμβρίου 1973.
Σε ένα κοντινό δωμάτιο βρισκόταν το ολλανδικό συνεργείο με επικεφαλής τον Albert Coerant (βραβευμένο για την ταινία για το Polytechneio), ο οποίος, ταυτόχρονα, τραβούσε τα γεγονότα. (ΣΣ. Τα γνωστά σε όλους πλάνα από τη νύχτα του Πολυτεχνείου)
Είχα νοικιάσει το δωμάτιο για την υποστήριξη των φοιτητών – μελών του Ελληνικού Ευρωπαϊκού Κινήματος Νέων. Ήταν μια οργάνωση για την κινητοποίηση του φοιτητικού κινήματος ενάντια στη δικτατορία. Ο αδερφός μου Γιώργος Α. Βέρνικος, ο οποίος είχε ηγετική θέση στο EKIN, ήταν επίσης μέλος της επιτροπής κατάληψης της Νομικής Σχολής τον Φεβρουάριο του 1973 και ήταν σε συνεχή επαφή και συντονισμό με την επιτροπή κατάληψης του Πολυτεχνείου.
Από αυτήν την αίθουσα, εκτός από την βοήθεια των φοιτητών, παρέχονταν πληροφορίες μέσω τηλεφώνου (από τη Demi Vezyrouli και την NAV) στα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης, ειδικά στα BBC, Le Monde και Deutsche Welle, όπου ο αείμνηστος Παύλος Μπακογιάννης ήταν συνεργάτης για τα ελληνικά θέματα όπως και οι δημοσιογράφοι Βάσος Μαθιόπουλος και Άγγελος Μαρόπουλος.
Η μαγνητοσκόπηση αυτών των περιστατικών γύρω από το Πολυτεχνείο πραγματοποιήθηκε μέσα από τις κλειστές ξύλινες περσίδες με ανοιχτά τα παράθυρα και με κομμένη την ανάσα.
Τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 16 προς Σάββατο 17 Νοεμβρίου στη γωνία του ξενοδοχείου Acropol σταμάτησε ένα τανκ που περίμενε να παρέμβει. Το κράνος του όρθιου οδηγού έφτανε σχεδόν στο κάτω μέρος του γωνιακού παραθύρου.
Λίγο πριν από την επίθεση στο Πολυτεχνείο και ενώ υπήρχε απόλυτη σιωπή, ένας μικρός θόρυβος δημιουργήθηκε στο δωμάτιο από τους φίλους, τους συμφοιτητές και το τηλέφωνο.
Ο στρατιώτης γύρισε τον προβολέα του θωρακισμένου οχήματος στην πρόσοψη του ξενοδοχείου, προσπαθώντας να εντοπίσει την πηγή του θορύβου. Σταμάτησε για μια στιγμή στο παράθυρο πίσω του και λίγο πιο πάνω, ήταν το σκοτεινό, με κλειστές περσίδες, παράθυρο του δωματίου μας. Το φως του προβολέα μπήκε μέσα από τις περσίδες. Ο στρατιώτης προσπαθούσε να καταλάβει από πού προερχόταν ο θόρυβος, που ήταν διαφορετικός από τον ήχο των πυροβολισμών. Καθώς κινήθηκε, φώτησε τους τοίχους και ειδικά την οροφή του δωματίου προς όλες τις κατευθύνσεις.
Η αναπνοή όσων ήταν παρόντες στο δωμάτιο, σταμάτησε. Έμειναν σαν το μαρμάρινο άγαλμα του Χαλεπά την “Κοιμωνένη” στα κρεβάτια και στο πάτωμα. Αναπνεύσαμε όταν έφυγε το φως.
Το θωρακισμένο όχημα κινήθηκε λίγο και κάλυψε το άλλο τανκ κοντά του, απέναντι από την πόρτα του Πολυτεχνείου. Οι πυροβολισμοί από ελεύθερους σκοπευτές ακούστηκαν από τους κάθετους δρόμους στην οδό Πατησίων.
Γύρω στις 2.30, αφού οι πολιορκημένοι αρνήθηκαν να φύγουν, το τανκ έριξε την είσοδο της πανεπιστημιακής πύλης, μπήκε στην αυλή, πάνω από σταθμευμένα αυτοκίνητα και μπήκε ο στρατός. Οι μαθητές φώναξαν «Ψωμί, Εκπαίδευση, Ελευθερία. Είμαστε αδέλφια» και έτρεχαν κυνηγημένοι από την αστυνομία και τον στρατό, ενώ σφαίρες σφύριζαν γύρω τους.
Πολλοί, μεταξύ των οποίων οι πρώτοι που τραυματίστηκαν νωρίτερα από τις σφαίρες, βρήκαν καταφύγιο στο ισόγειο του ξενοδοχείου Acropol. Μερικοί από αυτούς, που τραυματίστηκαν σοβαρά, μεταφέρθηκαν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μας. Η Torill Engleland Magreth, 22χρονη φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας, δεν τα κατάφερε. Θανάσιμα τραυματισμένη από τους πυροβολισμούς, πέθανε από αιμορραγία στην καρωτιδική αρτηρία στα χέρια μου και στα χέρια του Γιώργου Λαζαρίδη, οδοντιάτρου που μετέφερε το σώμα στον κοντινό Σταθμό Πρώτων Βοηθειών στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου.
Στιγμές που ο χρόνος συρρικνώνεται και τα δευτερόλεπτα μοιάζουν με αιώνες και μένουν για πάντα στη μνήμη μας.
Ο Βερνίκος συνελήφθη το Σάββατο 17 Νοεμβρίου το μεσημέρι από τη Στρατιωτική Αστυνομία. Παρέμεινε στη φυλακή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου και ανακρίθηκε και βασανίστηκε.
– Βέρνικος Α. Νικόλας”
Η συνέντευξη του οδηγού του τανκ στο «Βήμα»
Η συνέντευξη του Α. Σκευοφύλακα, όπως παρουσιάζεται στο Βήμα, προσφέρει μια σπάνια και συγκλονιστική μαρτυρία από έναν άνθρωπο που υπήρξε μέρος της ιστορικής στιγμής της εισβολής στο Πολυτεχνείο στις 17 Νοεμβρίου 1973. Ο ίδιος, 30 χρόνια μετά, αποφασίζει να ανοίξει την καρδιά του και να μιλήσει για όσα συνέβησαν εκείνη τη νύχτα, αποκαλύπτοντας τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, καθώς και τις συνέπειες της πράξης του.
Ο Α. Σκευοφύλαξ, τότε 20 χρονών και έφεδρος στρατιώτης, περιγράφει τις σκηνές του δρόμου πριν και κατά τη διάρκεια της εισβολής. Πληροφορημένος από τους αξιωματικούς του στρατού ότι οι φοιτητές ήταν “κομμουνιστές” και “εχθροί της πατρίδας”, είχε αποδεχτεί τη στρατιωτική προπαγάνδα και πίστευε ότι η καταστολή ήταν μια εθνική υποχρέωση. Όμως, οι διαρκείς εκκλήσεις των φοιτητών για ειρηνική επίλυση και οι φωνές τους, που του φαίνονταν ως “κραυγές εχθρών της πατρίδας”, άρχισαν να τον συγκινούν.
«Φτάνοντας μπροστά στην πόρτα, έστριψα το άρμα προς το Πολυτεχνείο, με γυρισμένο το πυροβόλο προς τα πίσω. Θυμάμαι ότι σηκώθηκα από τη θέση μου και εγώ και το άλλο πλήρωμα. Δεκάδες φοιτητές κρέμονταν από τα κάγκελα, ενώ εκατοντάδες βρίσκονταν στον προαύλιο χώρο. Εδειχναν πανικόβλητοι» επαναφέρει στη μνήμη του.
Στην περιγραφή του, ο Σκευοφύλαξ θυμάται με λεπτομέρεια την είσοδο των τανκς στην περιοχή γύρω από το Πολυτεχνείο και τη σκηνή μπροστά στην κεντρική πύλη του. Η διαταγή ήταν να γκρεμίσουν την πύλη με το άρμα. Πριν το κάνουν, ο ίδιος σταμάτησε για λίγο, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους φοιτητές που ήταν κρεμασμένοι από τα κάγκελα να απομακρυνθούν. Παρ’ όλα αυτά, η τελική ενέργεια ήταν η βίαιη εισβολή στο Πολυτεχνείο, που σημειώθηκε με τη ρίψη της πύλης και την άμεση δράση των αστυνομικών για να συλλάβουν τους φοιτητές.
«Ντρέπομαι γι’ αυτό που ήμουν, γι’ αυτό που έκανα» λέει στην εκ βαθέων εξομολόγησή του.
Στην περιγραφή του, τονίζει τη στιγμή που ένας φοιτητής, του είπε με αγανάκτηση «Τι κατάλαβες τώρα που μπήκες;», και αυτή η φράση τον έκανε να θυμώσει τόσο πολύ που, όπως παραδέχεται, αν δεν είχε κρατήσει τον εαυτό του, θα μπορούσε να σκοτώσει τον φοιτητή.
«Στη 1.15 το πρωί της 17ης Νοεμβρίου φτάσαμε στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας. Λίγο αργότερα διασχίζαμε την Αλεξάνδρας, όταν στο ύψος του IKA, στη στάση Σόνια, σταματήσαμε γιατί ο δρόμος ήταν κλειστός. Υπήρχαν οδοφράγματα, φωτιές και ακινητοποιημένα λεωφορεία. Με διάφορες μανούβρες αριστερά – δεξιά, μπρος πίσω, άνοιξα τον δρόμο και προχωρήσαμε» θυμάται ο κ. Σκευοφύλαξ.
«Οταν φτάσαμε στη διασταύρωση της λεωφ. Αλεξάνδρας και της οδού Πατησίων, μας έδωσαν εντολή να σταματήσουμε. Εκεί, στην πλατεία Αιγύπτου, μείναμε περίπου μία ώρα. Ο κόσμος θυμάμαι ότι μας φώναζε «είμαστε αδέλφια, είμαστε αδέλφια». Εγώ ήθελα να τους φάω. Τους έβλεπα σαν παράσιτα» προσθέτει
Στη συνέχεια, ο Σκευοφύλαξ αναφέρει το συναισθηματικό κόστος αυτών των πράξεων για εκείνον. Καθώς μεγαλώνει και απομακρύνεται από το στρατιωτικό περιβάλλον, αναγνωρίζει τη φρικαλεότητα των πράξεών του και δηλώνει ότι ντρέπεται για τον άνθρωπο που υπήρξε εκείνη τη στιγμή. Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά την αρχική του έντονη αντίδραση, σε μεταγενέστερες στιγμές της ζωής του, ο Σκευοφύλαξ, δουλεύοντας ως εργάτης, αρχίζει να κατανοεί τις αντιφάσεις της κοινωνίας και να αναθεωρεί τις πεποιθήσεις του. Εξομολογείται μάλιστα ότι, παρά την προπαγάνδα του στρατού για τους “κομμουνιστές”, άρχισε να ψηφίζει το ΚΚΕ και να συνειδητοποιεί ότι τα αιτήματα των φοιτητών για ελευθερία και δικαιοσύνη ήταν βαθιά ανθρώπινα και υπαρκτά.
«Απομονώστε τους προβοκάτορες. Δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτα με το στρατό. Δεν θέλουμε να χυθεί ελληνικό αίμα» θυμάται να λέει.
Η στάση του απέναντι στους φοιτητές, αν και αρχικά αρνητική, αργότερα μετατράπηκε σε θαυμασμό. Ειδικά όταν θυμάται τη στιγμή που, ενώ οι φοιτητές τού έδιναν τσιγάρα και φαγητό, του φάνηκε απίστευτο ότι, παρά την κακομεταχείριση τους, έδειξαν μεγαλείο ψυχής.
Τα θύματα του Πολυτεχνείου
Σπυρίδων Κοντομάρης (57 ετών), δικηγόρος και πρώην βουλευτής της Ένωσης Κέντρου από την Κέρκυρα, πέθανε στις 16 Νοεμβρίου 1973 από έμφραγμα του μυοκαρδίου λόγω της έκθεσης σε δακρυγόνα στην περιοχή των οδών Σταδίου και Γεωργίου Σταύρου.
Διομήδης Κομνηνός (17 ετών), μαθητής από την Αθήνα, πυροβολήθηκε θανάσιμα από φρουρά του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως στην περιοχή Αβέρωφ & Μάρνη στις 16 Νοεμβρίου 1973. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών και διαπιστώθηκε ο θάνατός του.
Σωκράτης Μιχαήλ (57 ετών), εμπειρογνώμονας από το Περιστέρι, πέθανε στις 16 Νοεμβρίου 1973 λόγω καρδιακής προσβολής έπειτα από έκθεση σε δακρυγόνα αέρια στην περιοχή Μπουμπουλίνας και Σόλωνος.
Toril Margrethe Engeland (22 ετών), φοιτήτρια από τη Νορβηγία, πυροβολήθηκε θανάσιμα στις 16 Νοεμβρίου 1973 από αστυνομικούς κοντά στο Πολυτεχνείο και μεταφέρθηκε αργότερα στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός της.
Βασίλειος Φάμελλος (26 ετών), υπάλληλος από τον Πύργο Ηλείας, πυροβολήθηκε θανάσιμα στις 16 Νοεμβρίου 1973 κοντά στο Πολυτεχνείο και πέθανε λίγο αργότερα στο νοσοκομείο.
Γεώργιος Σαμούρης (22 ετών), φοιτητής από την Πάτρα, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά στην περιοχή του Πολυτεχνείου στις 16 Νοεμβρίου 1973, και πέθανε στο πρόχειρο ιατρείο του Πολυτεχνείου.
Δημήτριος Κυριακόπουλος (35 ετών), οικοδόμος από τα Καλάβρυτα, υπέκυψε στις 19 Νοεμβρίου 1973, μετά από βαριά τραύματα που υπέστη από αστυνομικούς με ράβδους, αφού είχε προσβληθεί από δακρυγόνα στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Σπύρος Μαρίνος (31 ετών), υπάλληλος από τη Ζάκυνθο, πέθανε στις 19 Νοεμβρίου 1973 από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που υπέστη από χτυπήματα αστυνομικών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης.
Νικόλαος Μαρκούλης (24 ετών), εργάτης από τη Θεσσαλονίκη, τραυματίστηκε θανάσιμα στις 17 Νοεμβρίου 1973 από πυρά στρατιωτικού περίπολου στην πλατεία Βάθης και πέθανε στο νοσοκομείο.
Αικατερίνη Αργυροπούλου (76 ετών), κάτοικος Αγίων Ανάργυρων, τραυματίστηκε από σφαίρα το πρωί της 17 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε το Μάιο του 1974 από τις συνέπειες του τραύματος.
Στυλιανός Καραγεώργης (19 ετών), οικοδόμος, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά πολυβόλου το πρωί της 17 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε στις 30 Νοεμβρίου 1973.
Μάρκος Καραμανής (23 ετών), ηλεκτρολόγος από τον Πειραιά, πυροβολήθηκε στο κεφάλι το πρωί της 17 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε στο νοσοκομείο.
Αλέξανδρος Σπαρτίδης (16 ετών), μαθητής από τον Πειραιά, πυροβολήθηκε στο στήθος το πρωί της 17 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε στο νοσοκομείο.
Δημήτριος Παπαϊωάννου (60 ετών), διευθυντής αλευροβιομηχάνων από την Αθήνα, πέθανε από έμφραγμα του μυοκαρδίου το μεσημέρι της 17 Νοεμβρίου 1973, αφού είχε εκτεθεί σε δακρυγόνα.
Γεώργιος Γεριτσίδης (47 ετών), εφοριακός από το Νέο Ηράκλειο, πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 1973 από τραύματα στο κεφάλι, που προκλήθηκαν από πυρά στο αυτοκίνητό του.
Βασιλική Μπεκιάρη (17 ετών), εργαζόμενη και μαθήτρια, πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 1973 από τραύμα στον αυχένα που υπέστη από πυρά κοντά στην περιοχή του Νέου Κόσμου.
Δημήτρης Θεοδώρας (52 ετών), κάτοικος Ζωγράφου, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά στρατιωτικής περιπόλου στις 17 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε ακαριαία.
Αλέξανδρος Βασίλειος Καράκας (43 ετών), Αφγανός υπήκοος, σκοτώθηκε στις 17 Νοεμβρίου 1973 από πυρά στρατιωτικού οχήματος στην περιοχή των Αχαρνών.
Αλέξανδρος Παπαθανασίου (59 ετών), συνταξιούχος εφοριακός, πέθανε το απόγευμα της 18 Νοεμβρίου 1973 από συγκοπή, εξαιτίας πυρών που προήλθαν από αστυνομικούς του ΙΣΤ’ Αστυνομικού Τμήματος.
Ανδρέας Κούμπος (63 ετών), βιοτέχνης, τραυματίστηκε σοβαρά από πυρά στις 18 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε από τις συνέπειες τους μετά από μήνες νοσηλείας.
Μιχαήλ Μυρογιάννης (20 ετών), φοιτητής από τη Μυτιλήνη, πέθανε από πυρά στρατιωτικού αξιωματικού στην περιοχή Πατησίων το μεσημέρι της 18 Νοεμβρίου 1973.
Κυριάκος Παντελεάκης (44 ετών), δικηγόρος από τη Λακωνία, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά άρματος μάχης το μεσημέρι της 18 Νοεμβρίου 1973 και πέθανε λίγες εβδομάδες αργότερα.
Ευστάθιος Κολινιάτης (47 ετών), από τον Πειραιά, πέθανε στις 21 Νοεμβρίου 1973 από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις μετά από ξυλοδαρμό από αστυνομικούς.
Ιωάννης Μικρώνης (22 ετών), φοιτητής από την Πάτρα, πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου 1973 από εσωτερική αιμορραγία, μετά από βασανιστήρια υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.