18 χρόνια πριν από το «ΟΧΙ» του ’40: Η Πορεία προς τη Ρώμη που έδωσε την εξουσία στον Μουσολίνι

Έτσι εγκαθιδρύθηκε ο φασισμός στην Ιταλία
Την αυριανή (28/10) ημέρα οι Έλληνες γιορτάζουν το «ΟΧΙ» προς τους Ιταλούς και την ηρωική τους στάση στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε πρώτο βαθμό απέναντι στο καθεστώς του δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, προτού έρθει η κατά κύριο λόγο γερμανική Κατοχή.
18 χρόνια νωρίτερα, ο Μουσολίνι είχε κάνει την Πορεία στη Ρώμη, όπως ονομάστηκε το ψευτοπραξικόπημα, που ξεκίνησε σαν σήμερα (27/10) και έως τις 29 Οκτωβρίου, για να καταλάβει την εξουσία στην Ιταλία.
Ο Μπενίτο Μουσολίνι (1883 – 1945) ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως μαχητικός σοσιαλιστής, έχοντας αντικληρικαλιστικές, αντικαπιταλιστικές και αντιμοναρχικές απόψεις κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Είκοσι χρόνια αργότερα, είχε στραφεί στην αντίθετη πλευρά, υπερασπιζόμενος την παλινόρθωση της παραδοσιακής τάξης ως ηγέτης του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος. Το κόμμα του χαρακτηριζόταν από εθνικιστικές, αντιδημοκρατικές και ολοκληρωτικές τάσεις.
Διαβάστε επίσης: 1941: Η ναζιστική θηριωδία στο Μεσόβουνο Κοζάνης που άφησε πίσω της 157 νεκρούς!
Τον Ιούλιο του 1922, το κόμμα είχε φτάσει τα 700.000 μέλη. Με την εκρηκτική προσωπικότητά του και τις θεατρικές κινήσεις του, κατάφερε να ενώσει τις διασκορπισμένες φασιστικές ομάδες, εντάσσοντας στις τάξεις του τους μαχητικούς «σκουαντρίστι» (γνωστούς σε εμάς ως «μελανοχίτωνες»). Αυτοί τρόμαζαν τους εργάτες στο βιομηχανικό Βορρά μερικές φορές με την ανοχή των εργοδοτών.
Το Φασιστικό Κόμμα, με μόλις 35 βουλευτές, δεν είχε σημαντική παρουσία στο κοινοβούλιο. Ο Μουσολίνι είχε εκλεγεί βουλευτής για πρώτη φορά το 1921, έπειτα από χρόνια αποτυχιών, αλλά αυτό δεν τον ικανοποιούσε στην τρέχουσα συγκυρία. Εκμεταλλευόμενος την πολιτική αστάθεια και την βαθιά κοινωνικοοικονομική κρίση της Ιταλίας, επιδίωκε να καταλάβει την εξουσία. Η φιλελεύθερη δεξιά, η αστική τάξη, η καθολική εκκλησία και οι στρατιωτικοί τον θεωρούσαν ιδανική λύση για την επίλυση του πολιτικού αδιεξόδου στη χώρα. Τον επιθυμούσαν εντός του πολιτικού συστήματος, πιστεύοντας ότι μπορούσαν να τον ελέγξουν.
Η επιβολή του Μουσολίνι και του φασισμού στην Ιταλία
Μετά από μια αποτυχημένη απεργία της Αριστεράς τον Αύγουστο του 1922, ο Μουσολίνι θεώρησε πως είχε έρθει η ώρα. Στις 24 Οκτωβρίου, μπροστά σε 60.000 φασίστες στη Νάπολη, διακήρυξε: «Θέλουμε να γίνουμε το κράτος!». Χιλιάδες μέλη του Φασιστικού Κόμματος ήδη συγκεντρώνονταν έξω από τη Ρώμη. Ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός, Λουίτζι Φάκτα, που είχε παραιτηθεί, ανησύχησε και στις 27 Οκτωβρίου διέταξε την κήρυξη της Ρώμης σε κατάσταση πολιορκίας.
Ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’ όχι μόνο αρνήθηκε να υπογράψει το διάταγμα, αλλά στις 29 Οκτωβρίου διόρισε πρωθυπουργό τον Μουσολίνι, ενώ 25.000 μελανοχίτωνες παρήλαυναν στους δρόμους της Ρώμης. Ο βασιλιάς φοβήθηκε τον κίνδυνο εμφυλίου πολέμου, παρόλο που οι οπαδοί του Μουσολίνι δεν αποτελούσαν σημαντική απειλή. Μια εντολή του προς τις δυνάμεις ασφαλείας θα ήταν αρκετή για να τους διαλύσει. Ωστόσο, ο «Ντούτσε» είχε αρκετές συμπάθειες στους κύκλους της εξουσίας. Η μεταβίβαση της εξουσίας στον Μουσολίνι δεν ήταν αποτέλεσμα δυναμικής κατάληψης, όπως αργότερα υποστήριζαν οι Φασίστες, αλλά έγινε με βάση τις διαδικασίες που προέβλεπε το Σύνταγμα της Ιταλίας.
Στην αρχή, ο Μουσολίνι ακολούθησε δημοκρατική πορεία και μάλιστα κέρδισε τις εκλογές του Απριλίου του 1924 με εντυπωσιακό ποσοστό 64%. Σταδιακά, όμως, κατέφυγε στον αυταρχισμό, εκμεταλλευόμενος την αναποφασιστικότητα της αντιπολίτευσης και την ανοχή του βασιλιά. Στις 31 Οκτωβρίου 1926, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του, κατήργησε και την τελευταία πολιτική ελευθερία και επέβαλε το αυστηρό φασιστικό του καθεστώς, το οποίο διήρκεσε μέχρι τις 10 Ιουλίου 1943, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Σικελία.