Μάνος Χατζιδάκης: 99 χρόνια από την γέννηση του κορυφαίου Έλληνα καλλιτέχνη! Άγνωστες πτυχές της ζωής του

Μοναδικός, ιδιοφυής και αεικίνητος, ο Μάνος Χατζιδάκις «έφυγε» από κοντά μας στις 15 Ιουνίου 1994
Μάνος Χατζιδάκις: Ένας από τους σημαντικότερους έλληνες μουσικοσυνθέτες γεννήθηκε σαν σήμερα (23/10) πριν από ακριβώς 99 χρόνια. Το έργο του θεωρείται πως συνέδεσε τη λόγια με τη λαϊκή μουσική και περιλαμβάνει δεκάδες ηχογραφήσεις…
Ο Μάνος Χατζιδάκις, η μεγαλύτερη μουσική ιδιοφυΐα της Ελλάδας, γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1925 στην Ξάνθη, «τη διατηρητέα, όχι τη φριχτή που χτίστηκε αργότερα από τους εσωτερικούς μετανάστες της ενδοχώρας», όπως έλεγε ο ίδιος. Ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι και της Αλίκης Αρβανιτίδου. Το 1932, μετά το διαζύγιο των γονιών του, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα με τη μητέρα και την αδελφή του.
Από την ηλικία των τεσσάρων, ξεκίνησε μαθήματα πιάνου με δασκάλα την Αλτουνιάν, μια γνωστή μουσικό της Ξάνθης αρμενικής καταγωγής. Παράλληλα, διδασκόταν βιολί και ακορντεόν.
Παγοπώλης και φορτοεκφορτωτής
Κατά τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και της Απελευθέρωσης, ο Μάνος Χατζιδάκις εργάστηκε ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοοικονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Παράλληλα, άρχισε ανώτερα θεωρητικά μαθήματα μουσικής με τον Μενέλαο Παλλάντιο, κορυφαία μορφή της ελληνικής εθνικής μουσικής σχολής, καθώς και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, οι οποίες όμως δεν ολοκληρώθηκαν. Σε αυτή την περίοδο, συνδέθηκε με καλλιτέχνες και διανοούμενους της γενιάς του μεσοπολέμου, όπως οι Γκάτσος, Σεφέρης, Ελύτης, Τσαρούχης και Σικελιανός, οι οποίοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της σκέψης και των προσανατολισμών του. Ο Νίκος Γκάτσος, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1943, παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του ο μεγάλος δάσκαλος και πολύτιμος φίλος.
Διαβάστε ακόμα: Τα σημαντικότερα γεγονότα που έγιναν σαν σήμερα, 23 Οκτωβρίου!
Γνωριμία με τον Κουν
Η πρώτη του εμφάνιση στη μουσική σκηνή της χώρας έγινε το 1944, με το έργο «Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολωμού στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Η καρποφόρα συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης διήρκεσε 15 χρόνια, συνθέτοντας μουσική για παραστάσεις όπως: «Γυάλινος Κόσμος» (1946), «Αντιγόνη» (1947), «Ματωμένος Γάμος» (1948), «Λεωφορείον ο Πόθος» (1948), «Ο θάνατος του Εμποράκου» (1949) και άλλα.
Το 1949, με μια διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στη συντηρητική ελληνική αστική κοινωνία. Από το 1950, άρχισε να συνθέτει μουσική για αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες, «ντύνοντας» μουσικά έργα όπως η Ορέστεια, η Μήδεια, οι Βάκχες, οι Εκκλησιάζουσες, η Λυσιστράτη, ο Πλούτος, οι Θεσμοφοριάζουσες, οι Βάτραχοι και οι Όρνιθες.
Το 1959, παρουσίασε στο αθηναϊκό κοινό τον Μίκη Θεοδωράκη, ενορχηστρώνοντας και ηχογραφώντας ο ίδιος το έργο «Επιτάφιος» με τη Νάνα Μούσχουρη.
Χατζιδάκις και σινεμά
Ένα σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του συνιστούν οι μουσικές που συνέθεσε για σπουδαίες ταινίες του ελληνικού και διεθνούς κινηματογράφου. Ενδεικτικά αναφέρουμε: «Κάλπικη Λίρα» (Γ. Τζαβέλλας, 1954), «Στέλλα» (Μ. Κακογιάννης, 1955), «Δράκος» (Ν. Κούνδουρος, 1956), «America-America» (Ελ. Καζάν, 1962), «Sweet Movie» (Ντούσαν Μακαβέγιεφ, 1974) και άλλες. Το 1960 κέρδισε το βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά» από την ταινία του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή», ένα τραγούδι που συγκαταλέγεται στα δέκα πιο εμπορικά του 20ού αιώνα.
Ωστόσο, η μουσική του για τον ελληνικό κινηματογράφο και μια σειρά ελαφρών τραγουδιών του χάρισε μια «λαϊκότητα ανεπιθύμητη», την οποία δεν αποδέχθηκε ποτέ και την αντιμαχόταν μέχρι το τέλος της ζωής του. Πνεύμα ανήσυχο, ο Μάνος Χατζιδάκις χρηματοδότησε τον Διαγωνισμό Πρωτοποριακής Σύνθεσης «Μάνος Χατζιδάκις» του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Δοξιάδη, με το βραβείο να απονέμεται στον Ιάννη Ξενάκη, που τότε ήταν άγνωστος στο ελληνικό κοινό.
Το 1966 ο Χατζιδάκις μετέβη στις ΗΠΑ, όπου ανέβασε στο Μπρόντγουεϊ, μαζί με τον Ζιλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη, τη θεατρική διασκευή του «Ποτέ την Κυριακή» με τίτλο «Illya Darling». Στην Αμερική παρέμεινε μέχρι το 1972, και η μουσική του αντίληψη επηρεάστηκε σημαντικά από την pop music. Αποτέλεσμα αυτής της επιρροής ήταν ο κύκλος τραγουδιών «Reflections» με το συγκρότημα New York Rock and Roll Ensemble.
Το 1972, τη σκοτεινότερη χρονιά της χούντας, επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», μέσω του οποίου προσπάθησε να ανοίξει εκφραστικές διόδους στο μουσικό τέλμα της εποχής.
Η γέννηση του «Τρίτου»
Το 1975 ξεκινά η χρυσή εποχή του «Τρίτου Προγράμματος». Ο Μάνος Χατζιδάκις αναλαμβάνει διευθυντής του κρατικού ραδιοσταθμού (1975-81) και, σε συνεργασία με μια ομάδα νέων και ταλαντούχων δημιουργών, το μεταμορφώνει σε σημείο αναφοράς.
Το 1989 ιδρύει την «Ορχήστρα των Χρωμάτων» με στόχο την παρουσίαση πρωτότυπων προγραμμάτων που συνήθως δεν καλύπτονται από τις παραδοσιακές συμφωνικές ορχήστρες, την οποία διευθύνει μέχρι το τέλος της ζωής του. Υπό τη διεύθυνσή του, η ορχήστρα παρουσίασε 20 συναυλίες και 12 ρεσιτάλ με ελληνικό και διεθνές ρεπερτόριο, φιλοξενώντας Έλληνες και ξένους σολίστ.
Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, ο Μάνος Χατζιδάκις παραμένει ενεργός στην ελληνική δισκογραφία, προσφέροντας δεκάδες έργα που έχουν πλέον κλασική αξία: Ο Κύκλος με την Κιμωλία (1956), Παραμύθι χωρίς Όνομα (1959), Πασχαλιές μέσα απ’ τη νεκρή γη (1961), Δεκαπέντε Εσπερινοί (1964), Μυθολογία (1965), Καπετάν Μιχάλης (1966), Τα Λειτουργικά (1971), Αθανασία (1975), Τα Παράλογα (1976), Σκοτεινή Μητέρα (1985), Τα Τραγούδια της Αμαρτίας (1992) και πολλά άλλα.
Μοναδικός, ιδιοφυής και αεικίνητος, ο Μάνος Χατζιδάκις «έφυγε» από κοντά μας στις 15 Ιουνίου 1994.
Πληροφορίες από το SanSimera.gr