«Στο τζάμι… μία παλάμη κολλημένη στο παράθυρο»: Ανατριχιάζουν τα λόγια του 86χρονου επιζώντα από το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στο Δερβένι

Θυμάται τις στιγμές και μιλά για τα Τέμπη
Ο Παναγιώτης Αναστόπουλος είναι επιζών μιας μεγάλης, αλλά ξεχασμένης σιδηροδρομικής τραγωδίας στη χώρα μας. Της σύγκρουσης 2 τρένων στο Δερβένι Κορινθίας το 1968, που στοίχισε 34 ζωές και είναι η δεύτερη πιο πολύνεκρη στα ελληνικά χρονικά μετά από εκείνη των Τεμπών. Στα 86 του μίλησε στην εκπομπή της Ζήνας Κουτσελίνη και αναφέρθηκε στις στιγμές που έζησε το μοιραίο βράδυ.
Το δυστύχημα του ’68
Στο σιδηροδρομικό δυστύχημα στις 30 Σεπτεμβρίου 1968 ήταν μαζί με τα δύο αδέρφια του και άλλους τρεις συγχωριανούς, επιστρέφοντας από την περιοχή της Γορτυνίας όπου είχαν πάει για να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα που είχε προκηρύξει τότε το χουντικό καθεστώς. Πολλά από τα γεγονότα που μας περιγράφει έχουν μείνει ανεξίτηλα στη μνήμη του, 57 χρόνια μετά. Αρχίζει τη διήγησή του με το πώς ξεκίνησε η πορεία των μοιραίων αμαξοστοιχιών: «Φτάνοντας στο Διακοφτό περίμενε πάρα πολύς κόσμος. Ο σταθμάρχης ενημέρωσε ότι έρχεται μία σχεδόν πλήρης αμαξοστοιχία, αλλά θα ακολουθήσει κι άλλη. Με το που έφτασε το πρώτο τρένο, ο κόσμος όρμησε πάνω για το ποιος θα πρωτομπεί. Ηταν σαν σταφύλια. Εμείς τελικά, και όπως φάνηκε για καλή μας τύχη, μπήκαμε στη δεύτερη» (λέγεται ότι επέβαιναν πάνω από 2.000 άνθρωποι στο καθένα από τα δύο τρένα).
Λίγο πριν από το Δερβένι Κορινθίας, η πρώτη αμαξοστοιχία (304) παθαίνει βλάβη και ακινητοποιείται, αλλά η δεύτερη (306) δεν μπορούσε να ενημερωθεί και ερχόταν με ταχύτητα κατά πάνω της. «Ακούσαμε ένα σούρσιμο, ένα σφύριγμα και το χτύπημα. Τα δύο πίσω βαγόνια της πρώτης αμαξοστοιχίας είχαν παραμορφωθεί, είχαν λυγίσει, είχαν γίνει σαν λιωμένες μπανάνες. Ευτυχώς δεν είχε φωτιά, αλλά βλέπαμε παντού γύρω τραυματίες και νεκρούς», αφηγείται ο κ. Παναγιώτης. Η φρίκη, όπως μας λέει, είναι τέτοια που δεν περιγράφεται εάν κάποιος δεν την έχει αντικρίσει: «Δεν θα ξεχάσω μέχρι να πεθάνω ότι είδα μια παλάμη χεριού κομμένη και κολλημένη στο τζάμι ενός βαγονιού», συνεχίζει.
Οι στιγμές χάους που ακολούθησαν είναι περισσότερο θολές στη μνήμη του. Η σύγκρουση πρέπει να έγινε περίπου στις 6.30 το απόγευμα, με τον κ. Παναγιώτη να θυμάται ότι γρήγορα νύχτωσε, αλλά ευτυχώς η κινητοποίηση του τότε κρατικού μηχανισμού ήταν σχετικά έγκαιρη. Ολοι είχαν αγωνία για τους γνωστούς, τους συγγενείς και τους συγχωριανούς τους. Ο κ. Παναγιώτης δεν θυμάται πώς απομακρύνθηκε από το σημείο του δυστυχήματος, ωστόσο δηλώνει κατηγορηματικά ότι ξαναταξίδεψε με τρένο και δεν φοβόταν να το κάνει.
Διαβάστε επίσης
Οι μνήμες από το Δερβένι έχουν μείνει χαραγμένες στην ψυχή του κ. Παναγιώτη, που μόλις είδε το δυστύχημα στα Τέμπη ξεκίνησε να τις ανακαλεί πιο ζωηρά. «Πήρα τηλέφωνο τον αδερφό και την αδερφή μου να τους ρωτήσω εάν θυμούνται τι είχαμε ζήσει τότε. Φυσικά και το θυμούνται», μας λέει, ενώ σε ερώτηση για τα αίτια του δυστυχήματος θεωρεί ότι και τότε έφταιξε ένας σταθμάρχης που δεν έδωσε σήμα στη δεύτερη αμαξοστοιχία να σταματήσει. Φεύγοντας ο κ. Παναγιώτης επαναλαμβάνει ότι απλώς ήρθε στην «Εφ.Συν.» γιατί ήθελε να μοιραστεί αυτές τις σκέψεις και την ιστορία του και πιστεύει ότι «το πρόβλημα στον σιδηρόδρομο οπωσδήποτε χρονίζει».