ΑΡΧΙΚΗ LIFE RETROMANIA

Η σκοτεινή υπόθεση Οτσαλάν: Το χρονικό της σύλληψης του Κούρδου ηγέτη από τους Τούρκους και ο ρόλος της Ελλάδας

Το τρομερό κατασκοπευτικό θρίλερ που ξεκίνησε στην χώρα μας και τελείωσε στην Κένυα

Η υπόθεση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν θα είναι πάντοτε μια ιδιαίτερη περίπρωση στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, με τις Αρχές μας την 1η Φεβρουαρίου 1999 να διαψεύδουν τους τουρκικούς ισχυρισμούς περί άφιξης του Κούρδου ηγέτη στην Αθήνα.

AD: mytest

Ο Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα, Δημήτρης Νεζερίτης, ξεκαθαρίζει μάλιστα στην τουρκική πλευρά ότι δεν θα επιτραπεί στον Οτσαλάν να μεταβεί στη χώρα μας, ενώ και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Ρέππας, καθιστά σαφές ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θεωρεί σκόπιμη και χρήσιμη την έλευση του Οτσαλάν στην Αθήνα.

Διαβάστε επίσηςΡΚΚ: Είναι τελικά τρομοκρατική οργάνωση; Η μάχη για τη δημιουργία αυτόνομου κράτους και ο πόλεμος του Ερντογάν

Το απόγευμα της 16ης Φεβρουαρίου 1999 γράφτηκε από τουρκικά χέρια με μια σύλληψη στο Ναϊρόμπι το τέλος ενός πολιτικοκατασκοπευτικού θρίλερ που άρχισε στην Ελλάδα και τελείωσε στην Κένυα. Εκείνο το απόγευμα, ακριβώς πριν από 21 χρόνια, η εμφάνιση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν μαζί με τους συντρόφους του από το PKK, τον Έλληνα πρεσβευτή Γιώργο Κωστούλα και τον ταγματάρχη της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη ανέβασε την ήδη τεταμένη ένταση.




Ο ηγέτης των Κούρδων -γνωστός και ως «Άπο»- είχε εντοπιστεί και δεν μπορούσε άλλο να μείνει στην Κένυα. Μόλις μπαίνει στο αυτοκίνητό του, τόσο ο Σάββας Καλεντερίδης όσο και ο Γιώργος Κωστούλας, ζητούν να τον ακολουθήσουν. Όμως, οι Κενυάτες είναι ανένδοτοι και δεν θέλουν κανείς να τον συνοδεύσει. Έτσι, ο Άπο μπαίνει μόνος του στο αμάξι.

Η πομπή για το αεροδρόμιο Γιόμο Κενυάτα ξεκινά. Όμως, έπειτα από μια σύντομη πορεία, το αυτοκίνητο με τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν αλλάζει πορεία και απομακρύνεται. Όταν ο Καλεντερίδης και ο Κωστούλας φτάνουν, μαζί με τους συντρόφους του Κούρδου, ο Οτσαλάν δεν βρίσκεται πουθενά. Μέσα σε πολύ λίγη ώρα, βλέπουν ένα lear jet στον αέρα. Τότε ο Καλεντερίδης λέει στους άλλους: «Σε αυτό το αεροπλάνο είναι ο Άπο. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα προσγειωθεί στην Τουρκία». Ταυτόχρονα, όμως, μέσα στο αεροπλάνο πράκτορες της ΜΙΤ (Τουρκική Υπηρεσία Πληροφοριών), πανηγυρίζουν και φωτογραφίζουν τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν με δεμένα χέρια και ένα τελείως απλανές βλέμμα.

Οι δραματικές εξελίξεις της υπόθεσης

Η αναζήτηση πατρίδας για τον Κούρδο ηγέτη άρχισε ουσιαστικά το πρωί της 19ης Οκτωβρίου 1998. Τότε, ο άνδρας που παρέδωσε το διαβατήριό του για να το ελέγξουν στο γκισέ του αεροδρομίου της Δαμασκού, χαμογελούσε. Ο αστυνομικός που πήρε για έλεγχο το διαβατήριο με το όνομα Αμπντουλάχ Σαρικούρτ, στάθηκε μπροστά στον Άπο, κοίταξε τη φωτογραφία στο ταξιδιωτικό έγγραφο και τη σύγκρινε με τον άνθρωπο που είχε απέναντί του. Τον άφησε να περάσει αφού έβαλε τη σφραγίδα του. Έτσι, ο ηγέτης των Κούρδων απομακρύνθηκε για την αίθουσα αναχωρήσεων και την πύλη από όπου θα έφευγε η πτήση Δαμασκός – Στοκχόλμη, με ενδιάμεση στάση την Αθήνα.

Ο Κούρδος ηγέτης προσγειώνεται με πλαστό διαβατήριο στην Αθήνα μαζί με άλλα τρία άτομα. Ο Οτσαλάν ήταν τότε κυνηγημένος που… προσγειώθηκε στα χέρια της ΕΥΠ. Ο τότε αρχηγός της, μάλιστα, Χαράλαμπος Σταυρακάκης, ενημέρωσε τον αποσπασμένο στην Υπηρεσία ταγματάρχη Σάββα Καλεντερίδη πως ο ηγέτης των Κούρδων φθάνει στην Αθήνα. Αμέσως, οι δύο άνδρες πήγαν στο αεροδρόμιο και ο Καλεντερίδης – που γνώριζε προσωπικά τον Οτσαλάν- τον αναγνώρισε στην αίθουσα αφίξεων του αεροδρομίου. Στη συνέχεια, συνομίλησε για λίγα λεπτά μαζί του και ενημέρωσε τους ανωτέρους του. Κάπως έτσι, ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν και η συνοδεία του πήγαν σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που παρακολουθεί η ΕΥΠ. Εκεί άρχισε και το παζάρι ανάμεσα στον Άπο και τον Σταυρακάκη.

Ο πρώτος υποστηρίζει ότι έχει φτάσει στην Αθήνα με την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης (αυτό δεν ήταν αλήθεια) ενώ ο αρχηγός της ΕΥΠ κάνει σαφές ότι η παρουσία του Οτσαλάν δημιουργεί τεράστιο θέμα για τη χώρα μας. Έπειτα από ώρες άφθονων συζητήσεων, οι Κούρδοι συνοδοί του Αμπντουλάχ Οτσαλάν έψαχναν εναλλακτικούς τρόπους ώστε ο Άπο να φθάσει στη Ρωσία χάρη σε μια πρόσκληση που του είχε γίνει. Ο Σάββας Καλεντερίδης τον συνοδεύει σε αυτό του το ταξίδι, έπειτα από επιθυμία του Κούρδου ηγέτη.

Ο Άπο μένει για λίγο στη Ρωσία και μετά μεταβαίνει στην Ιταλία, με τους Τούρκους να πιέζουν στενά την τότε κυβέρνηση Νταλέμα να τον διώξει. Ο υπουργός Προεδρίας της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη μέσω του καθηγητή της Παντείου Χριστόφορου Γιαλουρίδη του στέλνει ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα: Ότι ο Άπο δεν έπρεπε να φύγει από την Ιταλία γιατί, σύμφωνα πάντα με εκείνον, όποιο αεροπλάνο σηκωνόταν από τη Ρώμη θα κατέληγε στην Άγκυρα. Κάπως έτσι, ο Οτσαλάν έμεινε σχεδόν έναν μήνα στη Μόσχα και περίπου δύο μήνες στην Ιταλία, ώσπου ξαναπροσπαθεί να φτάσει στη Μόσχα, από εκεί στην Αγία Πετρούπολη, μέχρι που οι Ρώσοι δεν θέλουν την παραμονή του εκεί. Γι’ αυτό και ο Οτσαλάν έρχεται ξανά στην Ελλάδα.

Στις 29 Ιανουαρίου 1999, ο Οτσαλάν μαζί με τη συνοδεία του φθάνει από την Αγία Πετρούπολη στο ανατολικό αεροδρόμιο. Μετά την προσωρινή εγκατάσταση στο σπίτι του Αντώνη Ναξάκη, αρχίζει ξανά ο Σταυρακάκης να φύγει ο Οτσαλάν από τη χώρα μας. Ταυτόχρονα, φθάνουν στη MIT πληροφορίες ότι ο Κούρδος ηγέτης βρίσκεται στην Ελλάδα. Ο Σταυρακάκης τότε προτείνει στον Οτσαλάν να πετάξει για την Κένυα. Ο Κούρδος ηγέτης αρχικά φθάνει ξανά στη Ρωσία, που δεν τον δέχεται στη χώρα. Επιστρέφει μαζί με τον Σάββα Καλεντερίδη και τους δικούς του ανθρώπους στην Αθήνα τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 1999. Δεν περνούν δύο ώρες μέχρι την επόμενη αναχώρησή του με εντολή του αρχηγού της ΕΥΠ. Έτσι, το αεροπλάνο που μεταφέρει αυτόν και τον Σάββα Καλεντερίδη φθάνει στην Κέρκυρα. Μαζί πηγαίνουν στον σταθμό της ΕΥΠ στο νησί, ωστόσο το νέο έχει ήδη αρχίσει να κυκλοφορεί στον Τύπο.




Παρά τις πιέσεις που ασκούνται να μεταβεί ο Κούρδος ηγέτης στην Κένυα, εκείνος το σκέφτεται καθώς στη συγκεκριμένη χώρα υπήρχαν αρκετοί πράκτορες της CIA και του FBI λόγω τρομοκρατικών ενεργειών κατά της Αμερικής. Έτσι, ο Σταυρακάκης μιλά στον Καλεντερίδη, τονίζοντάς του ότι πρέπει να πείσει τον Οτσαλάν να ταξιδέψει στην Κένυα. Ο Οτσαλάν απαντά θετικά. Στις 2 Φεβρουαρίου το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο Γιόμο Κενυάτα του Ναϊρόμπι.

Ο Γιώργος Κωστούλας -τότε πρέσβης της Ελλάδας στην Κένυα- περιμένει – πάντα σύμφωνα με όσα του έχει πει γραμματέας της πρεσβείας- έναν υψηλόβαθμο Σέρβο αξιωματούχο, τον οποίο πρέπει να φιλοξενήσει για λίγο. Αντί για τον Σέρβο αξιωματούχο, βλέπει τον Έλληνα πράκτορα Σάββα Καλεντερίδη. Στη συνέχεια ο Έλληνας ταγματάρχης του Ελληνικού Στρατούμενος που έχει αποσπαστεί στην ΕΥΠ, του συστήνει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν.

Οι δύο πρώτες ημέρες κυλούν ήρεμα. Οι Κενυάτες, όμως, ζητούν από τον Κωστούλα να δει τον γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών ενώ ο γραμματέας της αμερικανικής πρεσβείας επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον γραμματέα της πρεσβείας, ζητώντας του να συναντηθούν. Ο Καλεντερίδης πηγαίνει στο αεροδρόμιο για να ταξιδέψει στη Νότια Αφρική, αλλά τον παρεμποδίζουν με συνεχείς ελέγχους για να μην προλάβει την πτήση. Η πίεση γίνεται πιο έντονη όταν ο στενός συνεργάτης του Θεόδωρου Πάγκαλου, Παπαϊωάννου, ζητεί από τον Καλεντερίδη να μεταφέρει στον Οτσαλάν ότι πρέπει να φύγει από την πρεσβευτική κατοικία χωρίς καμία εγγύηση για τη ζωή του και να πάει όπου θέλει.

Ο Κούρδος ηγέτης τότε ζητεί επίσημα πολιτικό άσυλο. Η ένταση κορυφώνεται στις 13 Φεβρουαρίου. Ο Σταυρακάκης σε επικοινωνία που φαίνεται να είχε με τον Καλεντερίδη του ζητά να πετάξει έξω τον Οτσαλάν και τη συνοδεία του. Εκείνος επικαλείται αδυναμία εκτέλεσης της εντολής του, με τον Σταυρακάκη να του ανταπαντά ότι δεν εκτελεί τις εντολές που του δίνονται.

Η ΕΥΠ στέλνει τέσσερις άνδρες για να προχωρήσουν στην εκδίωξη του Οτσαλάν από την ελληνική πρεσβεία, με επικεφαλής τον αστυνόμο Μπόμπο. Εκείνος, με την άφιξή του, αντιλαμβάνεται ότι μια τέτοια επιχείρηση θα έχει ολέθρια αποτελέσματα. Έτσι, ενημερώνει τον πρέσβη για την κατάσταση. Τελικά, μετά τη συνομιλία του με τον Σταυρακάκη φεύγει με τους άνδρες από το ξενοδοχείο του, συλλαμβάνεται από τις αρχές ασφαλείας της Κένυας. Περνά μαζί με τους υπόλοιπους κάποιες μέρες στη φυλακή.

Ταυτόχρονα, οι Κενυάτες λένε ότι θέλουν να βοηθήσουν στο να φύγει ο Οτσαλάν από τη χώρα σε συνεργασία με την Ελλάδα. Γι’ αυτό και δίνουν τελεσίγραφο μέχρι το απόγευμα. Μάλιστα, κάνουν σαφές ότι αν δεν γίνει αυτό, την ευθύνη για όσα θα ακολουθήσουν θα έχει τόσο η χώρα μας όσο και ο Κούρδος ηγέτης.

Έτσι, τα αυτοκίνητα ετοιμάζονται. Ωστόσο, οι Κενυάτες δεν επιτρέπουν στους Καλεντερίδη και Κωστούλα να επιβιβαστούν στο αυτοκίνητο που μπαίνει ο Οτσαλάν. Μπαίνουν σε άλλο και η διαδρομή για το αεροδρόμιο ξεκινά. Σε ένα φανάρι, όμως, το αυτοκίνητο που βρίσκεται ο Οτσαλάν εξαφανίζεται. Ακολουθούν δραματικές στιγμές για τον Κούρδο ηγέτη. Οι Τούρκοι πράκτορες της MIT τον βιντεοσκοπούν δεμένο με το βλέμμα του τελείως απλανές. Από τότε ο ίδιος βρίσκεται κρατούμενος σε ένα μικρό κελί στο νησί Ιμραλί, με έναν στρατό Τούρκων να τον φυλά.

Από τότε μέχρι σήμερα μένει ανοικτή η συζήτηση για τις ευθύνες της τότε ελληνικής κυβέρνησης και τους χειρισμούς της στην υπόθεση, με τις απόψεις να διίστανται. Όσο υπάρχουν πολλοί οι οποίοι θεωρούν ότι, στην ουσία, «η Ελλάδα έδωσε στο πιάτο τον Κούρδο ηγέτη», πάντα θα υπάρχουν άλλοι τόσοι οι οποίοι θα θεωρούν πως «σωστά δεν ενεπλάκη περισσότερο η χώρα μας, αφού υπήρχε κίνδυνος να ξεκινήσει θερμότατο επεισόδιο με την Τούρκία». Το μόνο βέβαιο είναι πως η συγκεκριμένη ιστορία, από όποια πλευρά κι αν προσεγγίζεται, δεν πρόκειται να ξεχαστεί ποτέ.

Ο ρόλος του Πάγκαλου και της Ελλάδας

Ο ίδιος ο Θεόδωρος Πάγκαλος θεωρούσε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση ήταν από τις κορυφαίες που είχε διαχειριστεί αφού τη συμπεριέλαβε στο βιβλίο με τίτλο «Ίμια, S-300, Οτσαλάν – Παλεύοντας για την ειρήνη» που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2020.

Για τη συγκεκριμένη υπόθεση ο τότε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είχε κατηγορηθεί από κόμματα της αντιπολίτευσης – και όχι μόνο – ότι ουσιαστικά είχε παραδώσει στα χέρια των Τούρκων τον ηγέτη των Κούρδων, κάτι το οποίο ο ίδιος αρνείτο συστηματικά.

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος αναφέρεται αναλυτικά στο βιβλίο του στην υπόθεση Οτσαλάν. Ανάμεσα σε άλλα, γράφει:

«Το ιδιωτικό αεροπλάνο που μετέφερε τον Οτσαλάν ανήκε στον Ελληνα επιχειρηματία Θ.Α. Με βάση τις προδιαγραφές κατασκευής του, έπρεπε να ανεφοδιαστεί ύστερα από 6 ώρες πτήσης, όταν θα έφτανε στο Ναϊρόμπι, πρωτεύουσα της Κένυας. Δυστυχώς, όταν βγήκαν από το αεροπλάνο και συνάντησαν τον πρέσβη μας Γιώργο Κωστούλα, ο Μαντέλα είχε παραιτηθεί κατά τη διάρκεια της πτήσης και είχε ορκιστεί άλλος ηγέτης του κινήματος για την ανεξαρτησία ως Πρόεδρος.




Οι συνοδοί του Οτσαλάν επικοινώνησαν κατ’ εντολήν μου με τον νέο Πρόεδρο και ζήτησαν να επικυρωθεί η πτήση προς Γιοχάνεσμπουργκ και η πρόσκληση του Μαντέλα. Δεν είχα κανέναν λόγο να έχω ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στον κύριο Κωστούλα. Δεξιός ήταν, πρόθυμος να κάνει οτιδήποτε για τη συνοχή των «συμμαχικών» δεσμών της Ελλάδας. Είχε ισχυρές καλύψεις και είχε διατεθεί για την παραχώρηση ελληνικού διαβατηρίου προς τον έκπτωτο βασιλιά με επίθετο di Grecia.

Μόλις μου κοινοποιήθηκε η αναβλητική απάντηση του νέου Προέδρου της Νότιας Αφρικής, πήρα ο ίδιος προσωπικά στο τηλέφωνο τον Κωστούλα και έδωσα δύο εντολές: πρώτον, να μην πάει για κανέναν λόγο και με κανέναν τρόπο ο Οτσαλάν στο ελληνικό έδαφος της πρεσβείας και, δεύτερον, να μετακινηθεί με κάποιο πρόσφορο μέσον προς τα σύνορα Τανζανίας και Κένυας και, μόλις φτάσει, να αναζητήσει άσυλο.

Ο ελληνικής καταγωγής Τανζανός υπουργός είχε χιλιάδες εκτάρια στα σύνορα της Κένυας με τη χώρα του και εφτά συνολικά αεροπορικούς διαδρόμους. Ηταν πολύ εύκολο να κρυφτεί κάποιος από τα αδιάκριτα μάτια. Σε όλη αυτή την έκταση καλλιεργείτο το σιζάλ, ένα είδος κάκτου που οι ίνες του χρησιμοποιούνται για την παρασκευή σάκων και σχοινιών. Οποία ήτο η έκπληξή μου όταν ο Βασίλης Παπαϊωάννου, διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου μου, με περίμενε στην είσοδο του υπουργείου την επομένη το πρωί για να με ενημερώσει ότι ο Οτσαλάν είχε κοιμηθεί με τις τρεις παλλακίδες του στο φιλόξενο έδαφος της πρεσβείας, η οποία ήταν ελληνικό έδαφος, γιατί ήταν κουρασμένος. Ο πρέσβης είχε αναλάβει την πρωτοβουλία να τον φιλοξενήσει, παραβαίνοντας έτσι και τις δύο μου εντολές…».

«…Οι Αμερικάνοι έδειχναν την περιφρόνησή τους προς τους Τούρκους, επιφυλάσσοντάς τους έναν δεύτερο ρόλο στη σύλληψη, στην απομόνωση και στον εξευτελισμό του Κούρδου ηγέτη. Ομολογώ ότι αισθάνθηκα πολύ άσχημα όταν είδα τον Κούρδο αρχηγό με δεμένα τα μάτια να απαντάει σε ερωτήσεις αρμοδίων και αναρμοδίων μέσα στο αεροπλάνο. Ημουν από αυτούς που θεωρούσαν ότι είναι απίθανη η εκτέλεσή του, αλλά τον λυπήθηκα.

Υστερα από μήνες συνάντησα στην Αθήνα τον επί πολλά έτη μαύρο οδηγό της πρεσβείας μας στο Ναϊρόμπι. Σε ερώτησή μου τι γλώσσα μιλούσαν στον Οτσαλάν εκείνοι που περικύκλωσαν το αυτοκίνητο με τα όπλα στα χέρια, ο οδηγός αυτός, που μιλούσε απταίστως τα σουαχίλι, μου απάντησε ότι μιλούσαν μια γλώσσα που είχε σχέση με τα αραβικά αλλά ήταν κάτι διαφορετικό. Τα σουαχίλι είναι συγγενής γλώσσα των αραβικών και της εβραϊκής, πους ως γνωστόν έχουν κοινές ρίζες.

Ήταν όμως σαφής στην περιγραφή των κομάντος, είπε δηλαδή ότι ήταν ξανθοί, ψηλοί και ότι τους ξέφευγαν αμερικάνικες εκφράσεις ενώ μιλούσαν. Τι θαυμασιότερη περιγραφή θα μπορούσε να γίνει για έναν κομάντο της Μοσάντ, της ισραηλινής Υπηρεσίας Πληροφοριών και Ειδικών Αποστολών, η οποία εκείνη την εποχή είχε στενή συνεργασία με τους Τούρκους, μέσα στα πλαίσια συνεργασίας Τουρκίας και Ισραήλ, μια και οι δύο χώρες είχαν συμμαχήσει τότε με τις ευλογίες των Δημοκρατικών που κυβερνούσαν στην Ουάσινγκτον.

Ο Οτσαλάν είχε μια μικρή βαλίτσα που την έπαιρνε πάντα μαζί του, αλλά την άφησε μέσα στο αυτοκίνητο όταν τον συνέλαβαν. Ο Καλεντερίδης της ΕΥΠ είχε ενημερώσει τηλεφωνικώς τον διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου μου, Βασίλη Παπαϊωάννου, σχετικά με τον κίνδυνο να περιέχει εκρηκτικά τα οποία θα χρησιμοποιούσε για να αυτοκτονήσει εάν τον συνελάμβαναν. Στην πρεσβεία άνοιξαν τη μικρή βαλίτσα, παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις, και διαπίστωσαν ότι περιείχε ένα τεράστιο ποσό σε εκατονταδόλαρα!

Η επιστροφή του Οτσαλάν μού επιφύλασσε εκπλήξεις. Ο Οτσαλάν δεν εξετελέσθη, όπως ακριβώς το είχα προβλέψει, και συναντούσε συχνότατα τον δικηγόρο του. Εμείς, δε, είχαμε καταδικαστεί στην πλατεία Συντάγματος από λαϊκό δικαστήριο, που περιελάμβανε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, εις θάνατο για εσχάτη προδοσία. Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο ηθοποιός και φίλος μου Κώστας Καζάκος…».