ΑΡΧΙΚΗ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Ένας… διαβολικός χορός με την ιστορία

Ο Ραφαήλ Αλαγάς επιχειρεί μια ψύχραιμη, έστω και επιγραμματική, αποτύπωση του στίγματος που άφησε ο Κώστας Σημίτης με την πολιτική του πορεία και το έργο του ως πρωθυπουργός, αφήνοντας έστω και με το δικό του τρόπο μια Ελλάδα στα καλύτερά της

«Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Ένα από τα πιο γνωστά λαϊκά γνωμικά είναι αυτό, που θα μπορούσε να σταθεί σε μια επιγραμματική ανάλυση για τον Κώστα Σημίτη και τα όσα συνέβησαν όσο ήταν πρωθυπουργός της χώρας, σε αντίθεση με τους αγώνες και τις κόντρες του, προτού αναλάβει την εξουσία.

AD: mytest

Καταγράφοντας ψύχραιμα την ιστορία του, αρχικά βλέπει κανείς τον αντιδικτατορικό του αγώνα, το γεγονός ότι πρωτοστάτησε στη δημιουργία του ΠΑΣΟΚ, τις διαρκείς του διαμάχες με τον Ανδρέα Παπανδρέου και το «φλεγόμενο» συνέδριο του Κινήματος, που τον ανέδειξε σε πρόεδρο, αφού πρώτα έγινε πρωθυπουργός της χώρας.

Από πολύ νωρίς και από την υπόθεση των Ιμίων, όμως, έδειξε ποια θα ήταν η πορεία του και ποια η πολιτική, που θα ασκούσε. Ο Σημίτης δε δίστασε να γίνει ο πρώτος, που θα έδειχνε στους υπόλοιπους, ότι για να πετύχεις όσα θέλεις, θα χρειαστείς συμμαχίες και μέσα σε αυτές να επιδιώκεις να κερδίζεις, αλλά παραχωρώντας παράλληλα. Δεν είναι εύκολο, άλλωστε, να κάνεις πολιτική με… ανένδοτους αγώνες, ειδικά όταν είσαι πρωθυπουργός μιας χώρας.




Από το «θερμό επεισόδιο» των Ιμίων φάνηκε ξεκάθαρα το προς τα πού πήγαινε η δική του πολιτική. Ποια ήταν η πρόθεσή του; Να μη γίνει πόλεμος. Για αυτό και το «ευχαριστώ στους Αμερικανούς», που οι κάθε λογής… πατριώτες που θα έπεφταν στην πρώτη γραμμή από τον καναπέ τους, είχε τη σημασία του. Ο Σημίτης δεν έκρυψε μια ιστορική αλήθεια, που υποδεικνύει πως η Ελλάδα βασίζει τη δύναμή της, από την ίδρυσή της, όχι μονάχα στον εαυτό της και τις ικανότητες της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της.

Και ναι, αυτό ήθελε τόλμη, δεν ήταν κάτι απλό. Επεσήμανε τους λόγους, που η χώρα τότε είχε έρθει σε θέση να μην είναι τόσο δυνατή όσο θεωρούσε, με αποτέλεσμα να αποφασίσει, ότι δεν ήθελε να τη σύρει σε έναν πόλεμο που, ας μη γελιόμαστε, δε θα κρατούσε μέρες, αλλά πολύ περισσότερο. Ένας ρεαλισμός ήταν η στάση του σε εκείνο το σημείο κι ας τον κρίνει η ιστορία για αυτήν, αλλά πιθανότατα, μετά τις προηγούμενες εθνικές υποχωρήσεις με την Κύπρο, τα 6 ναυτικά μίλια και το Σισμίκ, ίσως δεν πρέπει να… φορτώνονται τα πάντα στα Ίμια, αφού είχαν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις από προηγούμενες κυβερνήσεις, ώστε να συμβούν.

Με αυτό τον τρόπο συνέχισε και στην οκταετία του, ως δις εκλεγμένος πρωθυπουργός. Στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας μέσα από την είσοδό της στον Ευρώ, την ισχυροποίηση του πανευρωπαϊκού και όχι μόνο ρόλου της, που αναδείχθηκε περίτρανα με την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ χωρίς να είναι λυμένο το Κυπριακό, την υλοποίηση των μεγάλων δημόσιων έργων, και την εγκαθίδρυση μιας καθημερινότητας σε ευδαιμονία με σταθερότητα, που κράτησε περίπου μέχρι την κρίση, όταν άλλοι χειρισμοί ανέδειξαν ως «φούσκα» την ελληνική οικονομία, υπήρξαν και οι αντίστοιχες «σκιές».

Η υπόθεση του Χρηματιστηρίου, τα στοιχεία με τα οποία μπήκαμε στην ΟΝΕ, οι κοστοβόροι Ολυμπιακοί Αγώνες, το πάρτι διαπλοκής με συμμετέχοντες κορυφαία στελέχη, όπως ο Άκης Τσοχατζόπουλος και ο Γιάννος Παπαντωνίου, η υποχώρηση στο νομοσχέδιο Γιαννίτση λόγω αντιδράσεων (το πιο μεγάλο λάθος της θητείας του), θα έλεγε κανείς ότι ήταν μάλλον οι παραχωρήσεις του Σημίτη, προκειμένου να πετύχει τους δικούς του σκοπούς για την χώρα. Και ο σκοπός ήταν να αφήσει μια πιο δυνατή Ελλάδα από αυτή που παρέλαβε, με προοπτικές να γίνει ακόμη πιο δυνατή, άσχετα αν κάτι τέτοιο δε συνέβη εξαιτίας αρκετών παραγόντων.

Όλα όσα θετικά συνέβησαν δεν είχαν, δηλαδή, μόνιμο χαρακτήρα, αλλά κατά κύριο εξελικτικό, τον οποίο όσοι διαδέχθηκαν τον Κώστα Σημίτη δεν αξιοποίησαν. Καλό το… παραμύθι ότι το Ευρώ μας κατέστρεψε, αλλά μπείτε έστω και στην παραμικρή διαδικασία να φανταστείτε την χώρα μας χωρίς ποτέ να έχει μπει στην ΟΝΕ και να έχει ως νόμισμα την τρομερά υποτιμημένη δραχμή. Δεν είναι, ότι είχαμε και κάποιο ισχυρό νόμισμα, όπως το γερμανικό μάρκο, ή ακόμη περισσότερο το ελβετικό φράγκο. Καμιά φορά ας κρίνουμε αποφάσεις, όχι μόνο με ένα αποτέλεσμα μακροπρόθεσμο, στο οποίο δεν εμπλέκεται απαραίτητα αυτός που την έλαβε, αλλά τις συνθήκες με τις οποίες την έλαβε.

Κι αυτό είναι μονάχα ένα παράδειγμα, γιατί στο ίδιο σκεπτικό μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πολύ περισσότερα για την εποχή Σημίτη. Θα έλεγε κανείς, σαν να γίνεται ένας… μόνιμος χορός με τον διάβολο, στον οποίο ο πρώην πρωθυπουργός ήθελε να βγαίνει κερδισμένος για την χώρα του, με απώτερο σκοπό να την παραδώσει όσο πιο ισχυρή γινόταν.

Ο Κώστας Σημίτης αυτό έκανε, πιάνοντας όσο ελάχιστοι τον σφυγμό της εποχής. Παρέδωσε, κάπως έτσι, μια Ελλάδα στα καλύτερά της και με δυνατότητα να γίνει ακόμη πιο δυνατή στο παγκόσμιο προσκήνιο. Η ιστορία αυτό θα γράψει, όσο μεγαλειώδη ή σκιώδη κι αν συνέβησαν στη διάρκεια της θητείας του.

Η ουσία είναι, ότι ο Κώστας Σημίτης τόλμησε να τα κάνει όλα αυτά. Για αυτό και η οκταετία του βρίθει από ιστορικές στιγμές, που στην κηδεία του αναγνωρίστηκαν κατά το πρώτο ήμισυ από σχεδόν σύσσωμο το δημοκρατικό πολιτικό τόξο, κατά το έτερον ήμισυ από όσους προσπαθούν με… άναρθρες κραυγές να «πληγώσουν» τη μνήμη του, φτάνοντας στο κατάντημα των ύβρεων σε έναν νεκρό.




Όλα αυτά, επιτυχία ήταν. Μαζί, και μια παρακαταθήκη που ελάχιστοι θα περίμεναν, ότι θα μπορούσε να αφήσει ο «ψυχρός λογιστής», ο οποίος κατάφερε να διαμορφώσει τη σύγχρονη Ελλάδα και να αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην πολιτική της ζωή μέχρι και στις μέρες μας.